Δευτέρα 28 Νοεμβρίου 2011

Sigiriya - Return To Earth


Οι Sigiriya, που πήραν το όνομα τους από το φημισμένο πολιτιστικό μνημείο της Σρι Λάνκα, προέρχονται από την πόλη Swansea της Ουαλίας ενώ, τα τέσσερα άτομα που αποτελούν την μπάντα, συνυπήρξαν στους θρύλους της Ευρωπαϊκής -κι όχι μόνο, stoner σκηνής, Acrimony. Πρόκειται για τους Darren Ivey (ντραμς), Paul Bidmead (μπάσο), Stuart O'Hara (κιθάρα) και Dorian Walters (φωνητικά), οι όποιοι, μετά από σχεδόν δέκα χρόνια, αποφάσισαν να συνεργαστούν και πάλι, αλλά χωρίς τον έτερο κιθαρίστα (Lee Davies) μαζί τους. Αυτό, οφείλεται στο ότι ο απουσιάζων από αυτό το νέο σχήμα κιθαρίστας είναι 100% προσηλωμένος στη νέα του μπάντα, Lifer, αλλά και στο ότι οι υπόλοιποι τέσσερις, ήθελαν να δημιουργήσουν κάτι εντελώς καινούριο.

Και τα κατάφεραν, μιας και το Return To Earth, που κυκλοφόρησε μέσω της The Church Within Records, είναι ένας εκπληκτικός stoner/doom δίσκος, ο οποίος, επιβεβαιώνει τα λεγόμενα των μελών της μπάντας για κάτι φρέσκο, αφού τα 7 κομμάτια του, τα όποια διαρκούν συνολικά 36 λεπτά, σε καθηλώνουν απ΄την πρώτη στιγμή με την ορμητικότητα τους, σε αντίθεση με τα κομμάτια των Acrimony, που σε μάγευαν με την ψυχεδελική τους αύρα. Μια αύρα, που υπάρχει και στον ήχο των Sigiriya, αλλά όχι σε πρώτο πλάνο, μιας και οι συνθέσεις τούτης της νεότευκτης μπάντας, στάζουν αδρεναλίνη.

Η παραγωγή του δίσκου είναι μπουκωμένη και κάπως τραχιά, αλλά θαρρώ, πως είναι η ιδανική για αυτόν, μιας και ενισχύει την in your face αισθητική των κομματιών, χωρίς να παραμορφώνει την ηχητική όψη τους. Αυτό, ίσως οφείλεται στους Gethin Woolcock και Billy Anderson, που ηγήθηκαν της σχετικής διαδικασίας, ίσως όμως, η ωμότητα του ήχου, να είναι αποτέλεσμα της ζωντανής ηχογράφησης του δίσκου, μιας και τα overdubs που χρησιμοποιήθηκαν -σε κιθάρες και φωνητικά, δεν ήταν παρά ελάχιστα. Ένα ακόμη σημαντικό στοιχείο για τον ήχο του άλμπουμ, είναι το γεγονός, πως οι ηχογραφήσεις ολοκληρώθηκαν σε διάστημα πέντε ημερών, κι αυτό, θαρρώ πως ενισχύει σημαντικά την αίσθηση αυθορμητισμού, που διαπερνά το εν λόγω άλμπουμ.

Ογκώδη και heavy riffs ξεπηδούν απ' τις χορδές τις κιθάρας, η οποία όταν χαλαρώνει, μας μαγεύει με τις μελωδικές στιγμές που απλόχερα μας χαρίζει. Τα δυναμικά ντραμς, προσδίδουν μια metalική χροιά στον ήχο της μπάντας, η οποία, συνοδεύεται από το απύθμενο groove που το μπάσο προσφέρει στον ήχο της ενώ, τα παθιασμένα φωνητικά, συμπληρώνουν το ηχητικό παζλ που φέρει το όνομα: Return To Earth. Ένα όνομα, που χαρακτηρίζει με τον καλύτερο τρόπο τις συνθέσεις των Sigiriya, οι οποίες, ξεχωρίζουν για την γήινη αύρα τους -σε αντίθεση με τα κομμάτια των Acrimony. Οπότε, καλό θα ήταν να έχετε κατά νου, ότι οι ομοιότητες μεταξύ των δύο συγκροτημάτων εντοπίζονται στα πρόσωπα -και μόνο, και ουχί, στην -τρομερή και στις δύο περιπτώσεις, μουσική, που αυτά μας προσφέρουν. Πως το λέγανε παλιά; Ο Βασιλιάς πέθανε, Ζήτω ο Βασιλιάς! Κάπως έτσι.


Πέμπτη 24 Νοεμβρίου 2011

Cosmonauts Day - Paths Of The Restless


Απ' την Ρωσία προέρχονται οι Cosmonauts Day, μια τετραμελής και σχετικά νέα μπάντα, η οποία, κινείται σε ατμοσφαιρικά sludge μονοπάτια, με έντονο το post rock στοιχείο στον ήχο της, από τον όποιο, δεν λείπουν τα space rock ψήγματα ενώ, θαρρώ, πως τις instrumental συνθέσεις της μπάντας, τις διαπερνά μια -άκρως κολακευτική για αυτές, shoegaze αύρα.

Όλα τα παραπάνω, εύκολα θα τα διαπιστώσετε κι εσείς, αρκεί βέβαια, να ακούσετε το εξαιρετικό ντεμπούτο άλμπουμ τούτης της μοσχοβίτικης μπάντας, ονόματι: Paths Of The Restless, το οποίο περιέχει 8 κομμάτια, συνολικής διάρκειας 44 λεπτών περίπου. Το όμορφο εξώφυλλο του δίσκου, δένει πολύ καλά με το μουσικό του περιεχόμενο, το οποίο, αναδυκνύεται με τον καλύτερο τρόπο από την εξαιρετική παραγωγή.

Η ταξιδιάρικη μουσική των Cosmonauts Day, θαρρώ, πως θα αποτελέσει ιδανικό άκουσμα για τις παγωμένες μέρες του επερχόμενου χειμώνα, γι' αυτό, σας προτείνω ανεπιφύλακτα να ακούσετε το Paths Of The Restless -το οποίο, αν κι εσείς όπως εγώ, το ερωτευτείτε, καλό θα ήταν να γνωρίζετε, πως μπορείτε να το αποκτήσετε καταβάλλοντας όποιο αντίτιμο εσείς επιθυμείτε, απλά κάνοντας ένα κλικ εδώ.

Τετάρτη 23 Νοεμβρίου 2011

Soul Manifest - White Season


Οι Soul Manifest δημιουργήθηκαν το 2008 στη Γαλλία, αλλά εδώ και λίγο καιρό -κι έπειτα από κάποιες αλλαγές στο line up της, η νέα κι εξαιρετικά ελπιδοφόρα αυτή μπάντα, έχει μετακομίσει στην απέναντι πλευρά της Μάγχης, μιας και πλέον η έδρα της βρίσκεται στην πρωτεύουσα της Αγγλίας, το ιδιαιτέρως δημοφιλές -για πολλούς και διάφορους λόγους, Λονδίνο.

Τον περασμένο Φλεβάρη, οι τέσσερις εξαιρετικά ταλαντούχοι μουσικοί, που αποτελούνε τους Soul Manifest, ηχογράφησαν και κυκλοφόρησαν το ντεμπούτο άλμπουμ τους, White Season, το οποίο αποτελείται από 7 κομμάτια συνολικής διάρκειας 38 περίπου λεπτών ενώ, ειδικής μνείας αξίζει το εκπληκτικό του artwork, το οποίο έχει επιμεληθεί ο Johan Jaccob.

Οι απαράμιλλης ομορφιάς συνθέσεις των Soul Manifest έχουν ως σημείο εκκίνησης τον αυτοσχεδιασμό ενώ, το ταξίδι τους στον μαγικό κόσμο της ψυχεδελικής rock μουσικής, περνά μέσα από progressive ηχοτοπία. Η μουσική διαδρομή στην οποία το White Season μας ξεναγεί, είναι στολισμένη με blues λουλούδια, τα οποία αποπνέουν μια μεθυστική retro αύρα.

Ο ιδρυτής της μπάντας, Romain Daut, κάνει εξαιρετική δουλειά στις κιθάρες -τόσο στην ηλεκτρική, όσο και στην ακουστική, αλλά θαρρώ πως τα φωνητικά του είναι αυτά που κλέβουν την παράσταση. Οι Sammy Deveille (μπάσο/φωνητικά) και Karen Jones (ντραμς/φωνητικά), έχουν δημιουργήσει ένα καλοδεμένο και πολύ ισχυρό rhythm section ενώ, ο Harry Backhouse, με τον πολύ καλό χειρισμό του εκκλησιαστικού οργάνου, τοποθετεί το κατακόκκινο σωροπιαστό κερασάκι στην κορυφή αυτής της πεντανόστιμης vintage ηχητικής τούρτας.

Δεν χωράει αμφιβολία το γεγονός ότι το White Season είναι ένας εξαιρετικός -από κάθε άποψη, δίσκος. Οι Soul Manifest -που αυτό τον καιρό εργάζονται πάνω στον διάδοχο του εκπληκτικού ντεμπούτου τους, κατάφεραν με τις υπέροχες μελωδίες τους να μας ταξιδέψουν σε ηχοτοπία μοναδικού κάλλους, που όλα μαρτυρούν, πως είναι αγγελικά πλασμένα.

Κυριακή 20 Νοεμβρίου 2011

Giant Squid - Cenotes


Οι Αμερικάνοι Giant Squid, που δημιουργήθηκαν το 2004, είναι από εκείνες τις μπάντες του σκληρού ήχου, η μουσική των οποίων, δύσκολα κατηγοριοποιείται. Post και progressive rock ηχοχρώματα ξεπηδούν μέσα από doom και sludge μουσαμάδες, ενώ οι ηχητικές ζωγραφιές τούτης της ιδιαίτερης μπάντας, περιέχουν μπόλικες ακουστικές πινελιές ανατολίτικης προέλευσης. Όλα τα προαναφερθέντα στοιχεία, δεν θα μπορούσαν να λείπουν από το Cenotes, το EP, που κυκλοφόρησε μέσω της Translation Loss Records στις 25 του περασμένου Οκτώβρη και που αποτελεί την τέταρτη επίσημη κυκλοφορία της μπάντας από το San Francisco.

Η εν λόγω κυκλοφορία, αποτελείται από πέντε κομμάτια συνολικής διάρκειας 35 λεπτών ενώ, η εξαιρετική δουλειά που έχει γίνει στον τομέα της παραγωγής, οφείλεται στον Matt Bayles, έναν άνθρωπο, που έχει συνεργαστεί κατά το παρελθόν με μπάντες όπως οι Isis, Mastodon κ.α.. Το όμορφο artwork αυτής της κυκλοφορίας, έχει επιμεληθεί ο τραγουδιστής/κιθαρίστας και ιδρυτής της μπάντας, Aaron John Gregory, ο οποίος, είναι υπεύθυνος και για τους στίχους αυτής της κυκλοφορίας, οι οποίοι, σχετίζονται άμεσα με το στιχουργικό περιεχόμενο του The Ichthyologist, ενός εκπληκτικού δίσκου -δεύτερος full length της μπάντας, που κυκλοφόρησε το 2009 μέσω της ίδιας δισκογραφικής εταιρείας.

Το Cenotes θαρρώ πως είναι ο πιο βαθύς, heavy κι ατμοσφαιρικός δίσκος τούτης της πολύ καλής μπάντας, μιας και οι συνθέσεις που περιέχει, είναι -όλες τους, σαγηνευτικές. Οι κιθάρες, που σε αυτή την κυκλοφορία είναι χαμηλά κουρδισμένες, παράγουν σε συνεργασία με το μπάσο, βαριά κι ογκώδη riffs, τα οποία μπορούν κάλλιστα να παρομοιαστούν με παλιρροϊκά κύματα, μιας και σε παρασέρνουν σε έναν πολύχρωμο μουσικό βυθό, εκεί όπου οι νότες του σιτάρ χορεύουν στον ίδιο ρύθμο με τα -παραδομένα στο έλεος των θαλάσσιων ρευμάτων, φύκια. Οι μεστές μελωδίες του τσέλου, σαν άλλες Σειρήνες, σε ξελογιάζουν με χαρακτηριστική ευκολία, ενώ τα δυναμικά χτυπήματα των ντραμς μοιάζουν με τον ήχο της άγκυρας, όταν αυτή προσκρούει στον πυθμένα των ωκεανών.

Οι κυματισμοί του ταραχώδη metal ωκεανού, έβγαλαν στον αφρό τους Giant Squid, στα πελώρια πλοκάμια των οποίων, έτσι και μπλεχτείς, δύσκολα θα καταφέρεις να ξεφύγεις. Αν και κάτι μου λέει πως κάτι τέτοιο δεν θα το προσπαθήσεις καν, διότι η μουσική τούτης της μπάντας, είναι από τα πιο γοητευτικά ακούσματα που έχεις γευθεί, κι ως γνωστόν, οτιδήποτε γοητευτικό, είναι συνήθως κι ακαταμάχητο. Για του λόγου το αληθές..



Σάββατο 19 Νοεμβρίου 2011

Lord Vicar - Signs Of Osiris


Η πόλη Turku της Φινλανδίας αποτελεί το ορμητήριο των Lord Vicar, μιας μπάντας, που γεννήθηκε το 2007 μέσα από τις στάχτες των θρύλων της doom, Reverend Bizarre. Τα τέσσερα άτομα -διαφορετικής εθνικότητας, που απαρτίζουν την μπάντα, έχουν κατά το παρελθόν θητεύσει σε κάποιες από τις σπουδαιότερες μπάντες του heavy ήχου, αλλά κάτι μου λέει πως τα γνωρίζετε όλα τα παραπάνω, οπότε ας περάσουμε στο κυρίως θέμα αυτού του κειμένου, που δεν είναι άλλο από το..

..Signs Of Osiris, το δεύτερο full length άλμπουμ τούτης της μπάντας, που κυκλοφόρησε πριν λίγες ημέρες μέσω της The Church Within Records. 7 κομμάτια συνολικής διάρκειας 59 λεπτών περίπου είναι το περιεχόμενο αυτού του δίσκου, το εξώφυλλο του οποίου, είναι το έργο And There Was A Great Cry In Egypt, που ο Βρετανός καλλιτέχνης, Arthur Hacker, φιλοτέχνησε το μακρινό 1897. Την παραγωγή του δίσκου έχει επιμεληθεί η ίδια η μπάντα, οπότε είναι περιττό οποιοδήποτε σχόλιο πάνω σε αυτόν τον τομέα ενώ, οι στίχοι παραμένουν στο γνωστό μοτίβο της μπάντας. Όσον αφορά την μουσική του δίσκου..

..το μόνο που μπορεί να υποστηρίξει με σιγουριά κάποιος, είναι ότι όλοι οι φίλοι της heavy μουσικής, θα βρουν κάτι που να τους ικανοποιεί. Αυτό συμβαίνει διότι η μπάντα έχει διανθίσει το doom metal της με στοιχεία ψυχεδελικής prog rock μουσικής περασμένων δεκαετιών ενώ, τα stoner ψήγματα δεν απουσιάζουν από τη μουσική του δίσκου. Τα ογκώδη και σε αρκετές στιγμές fuzzαριστά riffs της κιθάρας αποκτούν μια ονειρική διάσταση όταν συμπληρώνονται από τις μελωδίες της ακουστικής ενώ, το μπάσο πολλές φορές αναλαμβάνει να οδηγήσει τις συνθέσεις σε σαγηνευτικά μυστηριώδη ηχοτοπία, εκεί όπου το mellotron παραμονεύει. Τα επικά χτυπήματα των ντραμς συνοδεύουν με φανταστικό τρόπο τα φωνητικά, τα οποία, αναδεικνύουν την Ozzy χροιά τους, μόνο όταν επιχειρούν ανάβαση σε υψηλότερες κλίμακες, αλλά έχω την εντύπωση, πως ο λυρισμός που προσδίδουν στο τελικό ηχητικό αποτέλεσμα, είναι μαγικός.

Εν κατακλείδι, όλα τα προαναφερθέντα στοιχεία, είναι τόσο καλά φιλτραρισμένα από την μπάντα, που καθιστούν το Signs Of Osiris, έναν από τους καλύτερους -αν όχι τον καλύτερο, doom metal δίσκο του έτους 2011. Δεν χωρά αμφιβολία στο ότι οι Lord Vicar -που πρόσφατα επισκέφθηκαν την χώρα μας, είναι μια από τις καλύτερες σύγχρονες doom μπάντες του πλανήτη Γη, μιας και φαίνεται ότι τα παλικάρια απ' τον Βορρά της Ευρώπης, κατέκτησαν με συνοπτικές διαδικασίες τον Θρόνο της Ανίερης Doom Αυτοκρατορίας, τον οποίο, πολύ δύσκολα θα αποχωριστούν, μιας και δεν βλέπω να ξεπροβάλει σύντομα από τον ομιχλώδη ορίζοντα, κάποιο εξίσου δυνατό αντίπαλο δέος για να τον διεκδικήσει με αξιώσεις..


Τετάρτη 16 Νοεμβρίου 2011

The Devil's Blood - The Thousandfold Epicentre


Από την πόλη Eindhoven της Ολλανδίας προέρχονται οι δημιουργημένοι το 2007 -αν δεν κάνω κάποιο λάθος, The Devil's Blood, οι οποίοι ηχητικά κινούνται στα πολύχρωμα, μα σκοτεινά συνάμα, σοκάκια της occult rock μουσικής. Πριν λίγες μέρες και πιο συγκεκριμένα, στις 11/11/11, η μπάντα κυκλοφόρησε μέσω της καταγόμενης από την Γερμανία, δισκογραφικής εταιρίας, Van Records, την δεύτερη full length δουλειά της, The Thousandfold Epicentre.

Ο εν λόγω δίσκος αποτελείται από 11 κομμάτια συνολικής διάρκειας 75 περίπου λεπτών ενώ, το artwork που τον συνοδεύει είναι απόλυτα ταιριαστό με την occult rock αισθητική τόσο της μουσικής, όσο και των στίχων της μπάντας. Οι στίχοι, ασχολούνται με τις σκανταλιές των σκοτεινών πνευμάτων, τα οποία ο γεροδιάολος αμόλησε ελεύθερα επί Γης, για μια ακόμη φορά ενώ, η πολύ καθαρή παραγωγή, αναδεικνύει με τον καλύτερο τρόπο την μουσική της μπάντας.

Μουσικά, ο συνδυασμός occult rock με folk πινελιές, είναι αποδεδειγμένα όμορφος και αυτός ο δίσκος δεν θα μπορούσε να αποτελεί την εξαίρεση στον κανόνα, ειδικά απ' τη στιγμή που 70's prog rock στοιχεία και ψήγματα 60's ψυχεδέλειας είναι διάσπαρτα στο άλμπουμ. Όμως, μια 80's power metal αύρα διαπερνά τις συνθέσεις, κι αυτό, στα δικά μου αυτιά, δεν είναι και πολύ καλό. Βέβαια, ίσως φταίει το ότι αυτή η ηχητική έκφανση της σκληρής μουσικής, δεν είναι το φόρτε μου. Anyway, το σημαντικό είναι ότι αυτά τα στοιχεία έχουν δέσει μια χαρά μεταξύ τους, οπότε το τι μου αρέσει εμένα και το τι δεν μου αρέσει, νομίζω λίγη σημασία έχει, μιας και ο δίσκος για τον οποίο γράφονται αυτές οι γραμμές, δεν είναι κακός -αντιθέτως.

Πρόκειται για έναν πολύ καλό δίσκο στο είδους του, που είμαι σίγουρος, ότι θα βρεθεί σε πολλές λίστες με τα καλύτερα της χρονιάς, κι ας μην συμπεριλαμβάνεται η δίκια μου λίστα σε αυτές. Ο λόγος που θεωρώ τον δίσκο απλά καλό, κι όχι κορυφαίο, είναι η μεγάλη του διάρκεια, η οποία, θαρρώ πως δεν συνοδεύεται κι από αναλόγως μεγάλη ποικιλία, μιας και όλα τα ηχητικά στοιχεία που περιέχει, αν και συνδυασμένα καλά μεταξύ τους, δεν προσφέρουν κάτι το συναρπαστικό. Μοιραία λοιπόν, το χέρι πηγαίνει ενστικτωδώς στο skip, αλλά επειδή ως γνωστόν, μουσική κι αντικειμενικότητα δεν έχουν τις καλύτερες σχέσεις, σας προτείνω να τσεκάρετε το The Thousandfold Epicentre, διότι οι The Devil's Blood, είναι ιδιαιτέρως ταλαντούχοι -κι αυτό, δεν επιδέχεται αμφισβήτησης. Άλλωστε, περί ορέξεως..


Δευτέρα 14 Νοεμβρίου 2011

Green & Wood - Devil's Plan


Από το Los Angeles των Η.Π.Α. προέρχονται οι Green & Wood, οι οποίοι δημιουργήθηκαν πριν από περίπου 5 χρόνια, αν και δεν είμαι απόλυτα σίγουρος γι' αυτό, μιας και οι σχετικές πληροφορίες είναι λιγοστές. Το σίγουρο είναι πως αποτελούνται από 4 άτομα ενώ, παρά την έως τώρα σύντομη πορεία τους στα μουσικά δρώμενα, οι δυσκολίες από την καθημερινότητα της μπάντας δεν έλειψαν, μιας και χρειάστηκε να προβούν σε δύο αλλαγές μελών. Όμως, όπως λέει κι ο θυμόσοφος λαός, ουδέν κακόν, αμιγές καλού.

Η μπάντα παρά τις αλλαγές στην σύνθεση της και παρά τις δυσκολίες κατά την διάρκεια των ηχογραφήσεων -η σχετική διαδικασία διήρκεσε σχεδόν έξι μήνες εξαιτίας κάποιων τεχνικών προβλημάτων που προέκυψαν, κατάφερε, πριν από περίπου ένα μήνα, να κυκλοφορήσει την δεύτερη δουλειά της -το ομώνυμο ντεμπούτο κυκλοφόρησε το 2009, η οποία τιτλοφορείται: Devil's Plan και αποτελείται από 10 κομμάτια -occult αισθητικής, συνολικής διάρκειας 40 λεπτών.

Όπως προδίδει το εξώφυλλο του δίσκου -που κυκλοφορεί μέσω της Cyclopean Records, η μπάντα παίζει heavy μουσική ενώ, το occult στοιχείο είναι έντονο, τόσο στους στίχους -η θεματολογία των οποίων σχετίζεται με τα ανήσυχα πνεύματα της φύσης και τις αμαρτωλές τους δραστηριότητες, όσο και στη μουσική -η οποία είναι εμφανώς πιο doomy και σκοτεινή συγκριτικά με το ντεμπούτο της μπάντας. Οι επιρροές από μπάντες όπως Blue Cheer, Black Sabbath -τα μάθατε φαντάζομαι, Sleep, κ.α., είναι σωστά φιλτραρισμένες από την μπάντα, ο ήχος της οποίας έχει την δική του ανάγλυφη ταυτότητα, μιας και εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με αναμασήματα παλαιότερων μουσικών ιδεών, αλλά με φρέσκες ηχητικές ιδέες, η vintage αύρα των οποίων, λειτουργεί ευεργετικά για τις συνθέσεις, οι οποίες εκτός των άλλων, διακρίνονται και για τον οργανικό τους ήχο.

Το Devil's Plan είναι ένας doom δίσκος με τα όλα του: ψήγματα ψυχεδέλειας, folk πινελιές, occult αισθητική, heavy riffs, πιασάρικες φωνητικές γραμμές, σφιχτό rythm section, οργανικός ήχος, καλή παραγωγή, όμορφο artwork, vintage ατμόσφαιρα. Οι Green & Wood -όπως μάλλον ήδη υποψιάζεστε, μοιάζουν φτιαγμένοι για μεγάλα πράγματα, αρκεί βεβαίως, να τους δώσουμε την απαραίτητη προσοχή. Κάτι μου λέει, πως αυτό δεν θα αργήσει να συμβεί, μιας και είμαι σχεδόν σίγουρος, ότι όσοι από εσάς ασχοληθείτε με τα παλικάρια -και την κορασίδα, από την Καλιφόρνια, θα νιώσετε την ανάγκη να το μοιραστείτε με όσους από τους φίλους ή/και γνωστούς σας, μοιράζεστε τα ίδια ακούσματα.




Σάββατο 12 Νοεμβρίου 2011

My Dying Bride - The Barghest O’ Whitby


Το περασμένο καλοκαίρι οι Βρετανοί My Dying Bride συμπλήρωσαν 20 χρόνια ζωής και το γιόρτασαν με την κυκλοφορία του Evinta, ενός επετειακού τριπλού δίσκου, που περιείχε ορχηστρικές επανεκτελέσεις κλασσικών τραγουδιών τους. Λίγο μετά από την κυκλοφορία αυτής της συλλογής, η μπάντα ένιωσε την ανάγκη να γράψει καινούρια κομμάτια στο παραδοσιακό μουσικό της στυλ, όπως κι έγινε τελικά, μιας και πριν λίγες ημέρες κυκλοφόρησε από την Peaceville Records το νέο τους πόνημα, υπό τον τίτλο: The Barghest O’ Whitby. Πρόκειται για ένα EP συνολικής διάρκειας 27 λεπτών, που αποτελείται μόνο από ένα κομμάτι -το ομώνυμο, αν και το αρχικό πλάνο της μπάντας, ήταν αυτό το EP -που έχει concept στιχουργική θεματολογία, να χωριστεί σε τρία μουσικά μέρη.

Οι στίχοι του EP, εξιστορούν την πονεμένη ιστορία του Barghest -μιας μυθικής οντότητας, που σύμφωνα με τον μύθο, ζει στον Βορρά της Αγγλίας και πιο συγκεκριμένα, στην ιστορική πόλη Yorkshire -η οποία είναι και η γενέτειρα της μπάντας. Σύμφωνα με τους στίχους λοιπόν, ο τεραστίων διαστάσεων σκύλος, το δέρμα του οποίου είναι πιο σκοτεινό ακόμη κι απ' τις χωρίς φεγγάρι νύχτες -όπως άλλωστε,  μαρτυρά και το εξώφυλλο, αφού ακόνισε τα κοφτερά του δόντια και τα σκληρά του νύχια, επέστρεψε μαινόμενος στην γκρίζα πραγματικότητα της μουντής πόλης του εγγλέζικου βορρά -από την οποία κατάγεται, με σκοπό να εκδικηθεί τους -αρκετούς είναι η αλήθεια, εχθρούς του.

Το soundtrack τούτης της ιστορίας εκδίκησης, δεν θα μπορούσε να είναι καλύτερο, μιας και η ζοφερή και θυμωμένη μουσική της μπάντας, σε βάζει για τα καλά στο κλίμα της ιστορίας. Riffs που ξεχειλίζουν από οργή και κιθαριστικές μελωδίες που ραγίζουν καρδιές, συνοδεύουν τα brutal φωνητικά που προδίδουν αισθήματα μανίας, με τον πλέον κατάλληλο τρόπο ενώ, τα σπαρακτικά καθαρά φωνητικά του Aaron Stainthorpe -ο οποίος φιλοτέχνησε το εξώφυλλο και το artwork τούτης της κυκλοφορίας, συνοδεύονται από ένα στιβαρό rythm section. Όμως, νομίζω, πως τελικά την παράσταση κλέβει το βιολί και ειδικότερα, ο άνθρωπος που το χειρίζεται, ο Shaun Macgowan, ο οποίος κάνει την παρθενική του εμφάνιση σε κυκλοφορία της μπάντας, μιας και το παίξιμο του, διέπεται από μια απαράμιλλου κάλλους, σαγηνευτική μελαγχολία.

Οι My Dying Bride επέστρεψαν στους ξεχειλίζοντες από οδύνη, σκοτεινούς δρόμους του doom ήχου, με ένα EP που περιέχει μουσική όμοια με εκείνη των πρώτων τους κυκλοφοριών: σκοτεινό, τραχύ και ζοφερό doom/death. Το The Barghest O’ Whitby περιέχει όλα εκείνα τα μουσικά στοιχεία που κατέστησαν κυρίαρχη δύναμη του ιδιώματος τούτη την βρετανική μπάντα ενώ, την επαναφέρει με τον πλέον πειστικό τρόπο στα γνωστά και συννεφιασμένα μουσικά της λημέρια, από τα οποία, οι Βρετανοί doomsters, δεν φαίνονται διατεθειμένοι να απομακρυνθούν ξανά, μιας και σύμφωνα με πρόσφατες δηλώσεις τους, ο επόμενος full length δίσκος τους -η κυκλοφορία του οποίου, δεν αναμένεται να αργήσει πολύ, θα κινείται στα ίδια ηχοτοπία με τούτο το πολύ καλό κι άκρως ενδιαφέρον EP, το οποίο, σας προτείνω ανεπιφύλακτα να ακούσετε.


Τετάρτη 9 Νοεμβρίου 2011

Oranssi Pazuzu - Kosmonument



Το έτος 2007, στην πόλη Τάμπερε της Φινλανδίας, γεννήθηκαν οι Oranssi Pazuzu, οι οποίοι από την πρώτη μέρα της ύπαρξης τους, βρέθηκαν να περιπλανιούνται στα πιο αλλόκοτα λημέρια του ακραίου ήχου, κι αυτό, διότι η μουσική τους περιέχει στοιχεία από black metal, jazz, space rock, ambient ενώ, από τον ήχο τους, δεν απουσιάζουν τα ψυχεδελικά περάσματα. Μέχρι στιγμής, έχουν στο ενεργητικό τους μια split κυκλοφορία, καθώς και δύο full length δίσκους, με τον τελευταίο χρονικά εξ αυτών, να κυκλοφορεί επίσημα, πριν από περίπου δυο εβδομάδες -και συγκεκριμένα, στις 26 του περασμένου Οκτώβρη, μέσω της Spinefarm Records, υπό τον τίτλο: Kosmonument.

Ο δίσκος αυτός, αποτελείται από δέκα κομμάτια συνολικής διάρκειας 66 λεπτών ενώ, το πολύ όμορφο εξώφυλλο του, μας προϊδεάζει για το σαλεμένο του, μουσικό περιεχόμενο. Οι συνθέσεις σε αυτό τον δίσκο, είναι λιγότερο ασαφείς κι αόριστες από ότι ήταν στο ντεμπούτο της μπάντας, παραμένουν όμως προσανατολισμένες στον πειραματισμό. Τα αιθέρια πλήκτρα δεν έχουν απολύτως κανένα πρόβλημα συνύπαρξης με τα διάσπαρτα blast-beats του δίσκου ενώ, τα απόκοσμα φωνητικά φαίνεται πως βρήκαν το ταίρι τους στους ambient ήχους, που τα διάφορα ηλεκτρονικά εφέ που χρησιμοποιούνται, δημιουργούν. Οι κιθάρες, που υφαίνουν riffs και μελωδίες, που άλλοτε βασίζονται σε black τεχνοτροπία, κι άλλοτε φέρνουν στο νου, ιδιώματα heavy αισθητικής, δημιουργούν μια φιλική στο άκουσμα, αίσθηση παράνοιας. Όσον αφορά το rythm section, ομολογώ ότι εντυπωσιάστηκα από αυτό, μιας και τα ντραμς, που δεν φοβούνται να πάρουν πρωτοβουλίες, είναι αυτά που καθορίζουν εν πολλοίς την εξέλιξη των κομματιών ενώ, το μπάσο, που βρίσκεται σε πρώτο πλάνο καθόλη τη διάρκεια του δίσκου, είτε στολίζεται με παραμόρφωση, είτε όχι, προσφέρει με εκλεπτυσμένο τρόπο, τις απαραίτητες groovy πινελιές στο ιδιαίτερο αυτό άκουσμα.

Το black metal υπόβαθρο, τα ambient ηχοχρώματα, η ψυχεδελική αισθητική -όπως την πρωτοσυναντήσαμε σε μουσικές περασμένων δεκαετιών, αλλά και η jazz αύρα που διαπερνά το Kosmonument, το καθιστούν ως ένα πολύ καλό άλμπουμ πειραματικής σκληρής μουσικής, που οι περισσότεροι φίλοι του ακραίου ήχου θα λατρέψουν. Η μουσική των Oranssi Pazuzu είναι δύσκολη ως προς την κατηγοριοποίηση της, αλλά καθόλου δύσκολη ως προς την ακρόαση της. Ο όρος psychedelic black metal, που χρησιμοποιείται κατά κόρον για να περιγράψει την μουσική τούτης της μπάντας, νομίζω πως εντέλει την αδικεί, διότι όπως η ίδια η μπάντα υποστηρίζει, η μουσική της προέρχεται από τις σκοτεινές χαραμάδες του ανθρώπινου μυαλού. Κι όπως ίσως γνωρίζετε, όσοι αποπειράθηκαν να κρυφοκοιτάξουν εκεί μέσα, κατέληξαν να έχουν μια γκαρνταρόμπα γεμάτη από μακρυμάνικα συνολάκια λευκού χρώματος. Γι΄αυτό λοιπόν, καλό θα ήταν να απολαύσετε αυτόν τον δίσκο, δίχως να μπείτε σε διαδικασία κατηγοριοποίησης του, διότι όπως σωστά υποψιάζεστε, άκρη με τις ταμπέλες -τουλάχιστον όσον αφορά αυτόν τον δίσκο, αλλά κι αυτή τη μπάντα γενικότερα, δεν πρόκειται να βγάλετε.

Τρίτη 8 Νοεμβρίου 2011

Wolves In The Throne Room - Celestial Lineage


Οι Αμερικάνοι Wolves In The Throne Room, που δημιουργήθηκαν το 2003, έχουν την έδρα τους σε μια φάρμα της πόλης Ολύμπια, η οποία, είναι η πρωτεύουσα της πολιτείας της Ουάσινγκτον. Η μπάντα αποτελείται από δύο άτομα, τα αδέρφια Weaver, αν και συχνά πυκνά, συμμετέχουν κι άλλοι μουσικοί στο σχήμα, είτε ως guest σε κάποια κυκλοφορία, είτε ως session μουσικοί για κάποια live περιοδεία. Μουσικά, το συγκρότημα κινείται στα ανήλιαγα σοκάκια της black metal μουσικής, αν και ποτέ δεν έλειψαν οι ambient πινελιές από τον ήχο τους. Στιχουργικά, η έμπνευση τους αντλείται κυρίως από την φύση και πιο συγκεκριμένα, οι στίχοι τους, που συνήθως είναι δοσμένοι μέσα από ένα τελετουργικό πρίσμα, καταπιάνονται με τις υπερφυσικές δυνάμεις που μας περιτριγυρίζουν ενώ, μια υφέρπουσα μελαγχολία τους διαπερνά, όπως ακριβώς και την μουσική που τους συνοδεύει.

Έως τώρα έχουν κυκλοφορήσει 4 full length δίσκους, με τον τελευταίο χρονικά, να κυκλοφορεί πριν από δύο περίπου μήνες, μέσω της Southern Lord Recordings, υπό τον τίτλο: Celestial Lineage. Την παραγωγή του νέου δίσκου των Wittr -ο οποίος περιέχει 7 κομμάτια κι έχει διάρκεια 49 λεπτών, έχει αναλάβει ο Randall Dunn, ο οποίος έχει συνεργαστεί στο παρελθόν με μπάντες όπως οι Boris, Earth, Sunn 0))), κ.α. ενώ, στην όλη διαδικασία συμμετείχε με κάποιο τρόπο και ο Alan Turner των Isis, αν και δεν έχει αποσαφηνιστεί ποιος ακριβώς ήταν ο ρόλος του. Τα εύσημα για την τρομακτικά όμορφη φωτογραφία, που αποτελεί το εξώφυλλο του δίσκου, πρέπει να αποδοθούν στην Alison Scarpulla, η δουλειά της οποίας, είναι εκπληκτική.

Οι συνθέσεις του Celestial Lineage κινούνται ως επί το πλείστον σε mid-tempo ταχύτητες ενώ, το ambient πέπλο που τις καλύπτει καθόλη την διάρκεια του δίσκου, τις καθιστά μαγευτικές. Η σαγηνευτική ατμόσφαιρα που τα πλήκτρα δημιουργούν, συνοδεύεται με απαράμιλλο τρόπο, από τα γεμάτα ζεστασιά, φωνητικά, της Jessika Kenney, η φωνή της οποίας, βρίσκεται σε απόλυτη αρμονία με τα απόκοσμα ουρλιαχτά του τραγουδιστή της μπάντας. Το rythm section δεν ξεφεύγει στιγμή από το black υπόβαθρο του ενώ, οι νότες της κιθάρας, δοσμένες είτε σαν solos, είτε σαν riffs, μοιάζουν με αστρική βροχή, οι λαμπερές ψιχάλες της οποίας, μαστιγώνουν -το φωτισμένο από το Σελάς, έδαφος, με τις οδυνηρά ζοφερές και μαυρισμένες τους μελωδίες.

Εν κατακλείδι, οι Wolves Of The Throne Room -που ζουν μέσα σε μια love or hate σφαίρα, δημιούργησαν έναν δίσκο, που θαρρώ, πως θα χαρακτηριστεί από τους καλύτερους του είδους του για το τρέχον έτος. Και δίκαια θα συμβεί αυτό κατά τη γνώμη μου, μιας και το Celestial Lineage, αν και δεν μπορεί να χαρακτηριστεί πρωτοποριακό -όπως μερικοί από τους προκατόχους του, καταφέρνει να εισάγει κάποιες καινοτομίες στον ήχο της μπάντας -κι όχι μόνο. Αν ανήκετε σε αυτούς που τους λατρεύουν, τότε είμαι σίγουρος, πως το νέο τους πόνημα θα σας αρέσει υπερβολικά πολύ, εάν όμως ανήκετε σε αυτούς που για διάφορους λόγους δεν ασχολούνται με την μπάντα, καλό θα ήταν να το ξανασκεφτείτε ενώ, εάν το black metal δεν υπήρξε ποτέ το ιδεατό άκουσμα για εσάς, τότε αυτός ο δίσκος, είναι πολύ πιθανό, να σας βάλει σε σκέψεις. Όπως και να' χει, αυτός ο δίσκος, κάτι μου λέει πως τελικά, θα κερδίσει την προσοχή -κι όχι μόνο, που του αξίζει.


Δευτέρα 7 Νοεμβρίου 2011

Kalkh-In(Joy) Erode


The Way Of Another Way & The Xmas Chaos


Kalkh-In(Joy) Erode, αυτό το δύσκολο, ως προς την προφορά του ονόματος του, αλλά και ως προς το άκουσμα του, συγκρότημα, αποτελείται μόνο από ένα μέλος κι έχει ως βάση του, την χώρα της Γαλλίας. Η μουσική του κινείται στα απόκοσμα μονοπάτια της space dark ambient και της ψυχεδελικής drone ενώ, το experimental στοιχείο, είναι διαυγές. Οι σκοτεινές μελωδίες της μπάντας, είναι εμπνευσμένες από την σκληρή μας καθημερινότητα, κι αυτό νομίζω πως αρκεί για να χαρακτηριστεί η μουσική της, ως το ιδανικό soundtrack ενός βάναυσου κόσμου, κύριο χαρακτηριστικό του οποίου, είναι η έλλειψη συναισθημάτων.

Τούτο το γαλλικό one-man-band σχήμα, έχει κυκλοφορήσει δύο δουλειές ως τώρα, μια το 2010 με τίτλο The Xmas Chaos και μια το 2011 με τίτλο The Way Of Another Way. Και οι δυο κυκλοφορίες αποτελούνται από δέκα κομμάτια ενώ, οι συνολικές τους διάρκειες είναι λίγο πάνω ή λίγο κάτω από τα 45 λεπτά. Επίσης, αξίζει να αναφερθεί, πως και οι δυο κυκλοφορίες έχουν ηχογραφηθεί εξ ολοκλήρου, στον προσωπικό χώρο του μουσικού αλχημιστή, που κρύβεται πίσω από τούτη την μπάντα.


Το The Xmas Chaos, που είναι η πρώτη χρονικά, κυκλοφορία των Kije, κοσμείται, από ένα πανέμορφα παραμορφωμένο εξώφυλλο, που ταιριάζει γάντι, με τους αλλόκοτους ήχους που περιέχει. Οι συνθέσεις του, που ακροβατούν ανάμεσα στην drone και την ambient αισθητική, είναι ικανές να σε οδηγήσουν βαθιά μέσα στον λαβύρινθο του μυαλού σου, αλλά καθόλου πρόθυμες να σε βοηθήσουν να ξαναβρείς τον δρόμο του γυρισμού από εκεί, μιας και σκοπός τους δεν είναι να σε διασκεδάσουν, αλλά να σε κάνουν να καταλάβεις, πως για το σημερινό χάλι στο οποίο βρίσκεσαι, δεν φταίνε μόνο οι άλλοι που σε περιβάλλουν, αλλά πρωτίστως, φταις εσύ ο ίδιος. Καλή σου τύχη.





Το The Way Of Another Way, που κυκλοφόρησε στις 13 του περασμένου Σεπτέμβρη, κινείται στα ίδια ηχοτοπία με τον προκάτοχο του, αν και το μουσικό του περιεχόμενο, είναι λιγάκι πιο κοντά στον μινιμαλισμό, μιας και οι συνθέσεις του, είναι ωμές. Η περιγραφή που τους δίνει ο ίδιος ο δημιουργός τους, με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο: σκληρές, ακαθόριστες μελωδίες, η ακρόαση των οποίων σε εξαντλεί, ακριβώς όπως και η γκρίζα καθημερινή ρουτίνα, την οποία επέλεξες για τον εαυτό σου. Η προτροπή του καλλιτέχνη για ακρόαση του δίσκου με ακουστικά και σε περιβάλλον που το σκοτάδι κυριαρχεί, δεν θα μπορούσε να είναι πιο έγκυρη, μιας και αυτές οι συνθήκες, είναι οι ιδανικές για το συγκεκριμένο άκουσμα.



ΥΓ. Πρέπει να αναφέρω πως και οι δύο κυκλοφορίες είναι διαθέσιμες για δωρεάν κατέβασμα από την σελίδα της μπάντας στο Bandcamp ενώ, σύντομα θα είναι διαθέσιμες -αν και σε εξαιρετικά περιορισμένο αριθμό, σε μορφή ψηφιακού δίσκου. Τέλος, οφείλω να ευχαριστήσω τον Thibaut, ο οποίος είναι ο άνθρωπος που τόλμησε να μετατρέψει σε νότες το υποσυνείδητο του, που δεν αρνήθηκε να απαντήσει σε κάποιες διευκρινιστικές ερωτήσεις που του έθεσα, σχετικά με το μουσικό του έργο.

Σάββατο 5 Νοεμβρίου 2011

Oneirism - Conquering The Waves


Οι Oneirism είναι μια νέα μπάντα, που όμως αποτελείται από αρκετά έμπειρους μουσικούς. Η βάση του συγκροτήματος είναι μοιρασμένη ανάμεσα στον Καναδά και την Αγγλία, αν και η καταγωγή των μελών του συγκροτήματος είναι Κυπριακή. Η μουσική της νεότευκτης αυτής μπάντας, κινείται στον rock χώρο, με τα progressive και post στοιχεία να κυριαρχούν ενώ, τα metal ψήγματα δεν λείπουν από τον ήχο τους.

Πρόσφατα, η νέα αυτή μπάντα, κυκλοφόρησε τον ντεμπούτο δίσκο της, ο οποίος τιτλοφορείται Conquering The Waves ενώ, αποτελείται από 7 κομμάτια, συνολικής διάρκειας περίπου 38 λεπτών. Η παραγωγή του δίσκου είναι εξαιρετική, κι αυτό νομίζω πως οφείλεται στο ότι την επιμελήθηκε η ίδια η μπάντα ενώ, το εξώφυλλο σε βάζει για τα καλά στο κλίμα του άλμπουμ, οι συνθέσεις του οποίου, αν είναι και πολύπλοκες, δεν στερούνται της αμεσότητας.

Η κιθαριστική δουλειά είναι πολύ καλή, μιας και τα δυναμικά riffs εναλλάσσονται άψογα με όμορφα leads ενώ, η συνεργασία τους με το φανταστικό rythm section της μπάντας, είναι συγκλονιστική, αφού αφήνουν χώρο για πρωτοβουλίες, τόσο στο μπάσο, όσο και στα ντραμς. Το κερασάκι στην τούρτα όμως, νομίζω πως είναι η καταπληκτική δουλειά που γίνεται στα πλήκτρα, μιας και οι μελωδίες που αυτά πλάθουν, είναι απλά, ονειρικές. Τέλος, η σποραδική χρήση των φωνητικών, θαρρώ πως δεν αποτελεί τροχοπέδη για το τελικό ηχητικό αποτέλεσμα, αντιθέτως, νομίζω πως λειτουργεί προς όφελος της ροής του δίσκου.

Εν κατακλείδι, πιστεύω πως το Conquering The Waves, το οποίο μπορείτε να αποκτήσετε έναντι λογικού αντιτίμου, εάν κάνετε ένα κλικ εδώ, είναι ένας πολύ καλός δίσκος της ατμοσφαιρικής rock μουσικής. Οι Oneirism, κατάφεραν να τιθασεύσουν το πλούσιο ταλέντο τους και να το χρησιμοποιήσουν προς όφελος των συνθέσεων τους, μιας και δεν κατέφυγαν σε τεχνικές εύκολου εντυπωσιασμού. Anyway, το σημαντικό είναι πως τούτη η μπάντα, κατάφερε να δημιουργήσει έναν όμορφο μουσικό δίσκο, ο οποίος, θαρρώ, πως έχει ξεπηδήσει μέσα από τις σελίδες κάποιου συναρπαστικού και περιπετειώδους, ηχητικού παραμυθιού, κι αυτός είναι ο μοναδικός λόγος για τον οποίο, σας το προτείνω ανεπιφύλακτα.



Πέμπτη 3 Νοεμβρίου 2011

Samsara Blues Experiment - Revelation & Mystery


Το καλοκαίρι του 2007 στο Βερολίνο της Γερμανίας δημιουργήθηκαν οι Samsara Blues Experiment, οι οποίοι -με πολύ όμορφο τρόπο, συνδυάζουν στην μουσική τους -η οποία στηρίζεται στον αυτοσχεδιασμό και το jamάρισμα, στοιχεία από stoner, blues, ψυχεδέλεια, space rock, krautrock ενώ, δεν λείπουν οι Ινδιάνικες ηχητικές πινελιές, αλλά ούτε και τα heavy περάσματα. Όλα αυτά, τα πολύ ενδιαφέροντα μουσικά στοιχεία, τα συναντάμε τόσο στα δύο τους demo, όσο και στο περσινό ντεμπούτο άλμπουμ τους, το οποίο, τοποθέτησε τον πήχη των προσδοκιών για την μπάντα, σε δυσθεώρητα ύψη.

Οι διθυραμβικές κριτικές του περσινού τους ντεμπούτου, οδήγησαν την μπάντα στο σανίδι μερικών εκ των μεγαλύτερων και πλέον φημισμένων φεστιβάλ της Ευρώπης, όπως τα Roadburn, Duna Jam, Santorock, Yellowstock κ.α., στα οποία, η μπάντα κέρδισε τις εντυπώσεις με τις δυναμικές της εμφανίσεις, ο μεγάλος αριθμός των οποίων, δεν αποτέλεσε τροχοπέδη για την ηχογράφηση ενός δεύτερου full length δίσκου. Έτσι, ένα χρόνο μετά το ντεμπούτο της, η μπάντα κυκλοφορεί αυτές τις ημέρες, την δεύτερη δουλειά της, η οποία τιτλοφορείται: Revelation & Mystery και περιέχει 8 κομμάτια ενώ, διαρκεί περίπου 48 λεπτά.

Το εξώφυλλο του δίσκου είναι εντυπωσιακό, αλλά δεν είμαι σίγουρος για το αν αντιπροσωπεύει το μουσικό του περιεχόμενο ή όχι. Anyway, η παραγωγή είναι για ακόμη μια φορά πολύ καλή, καθώς, τα πάντα ακούγονται όπως πρέπει ενώ, οι συνθέσεις της μπάντας, έχουν γίνει πιο άμεσες, αν και δεν έχουν απολέσει τις πειραματικές τους ανησυχίες. Οι διάρκειες τους έχουν μειωθεί, όχι όμως και οι μουσικές ιδέες που τα αποτελούν. Αυτό, έχει ως αποτέλεσμα η ροή του άλμπουμ να μην είναι τόσο ομαλή, μιας και κάποια τραγούδια υπόκεινται σε δραστικές αλλαγές κατά τη διάρκεια τους. Έχω την εντύπωση, ότι η μπάντα μας τα χαλάει λίγο στην χημεία, διότι οι πολλές κι όμορφες μουσικές της ιδέες, θα μπορούσαν να έχουν φιλτραριστεί περισσότερο.

Εν κατακλείδι, το Revelation & Mystery, μπορεί να μην φθάνει τον πήχη που ο προκάτοχος του είχε θέσει, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως είναι κακός ή μέτριος δίσκος -κάθε άλλο. Πρόκειται για έναν καλό δίσκο, που απαντά στις προσδοκίες που η ίδια η μπάντα δημιούργήσε, αλλά θαρρώ, πως τελικά δεν τις ξεπερνά. Όμως, είμαι σίγουρος ότι οι Samsara Blues Experiment, δεν θα αργήσουν να δημιουργήσουν την κυκλοφορία εκείνη, που θα μας κάνει να παραμιλάμε. Ως τότε, σας προτείνω χωρίς ίχνος δισταγμού -αφού δώσετε τις απαραίτητες ακροάσεις στο φετινό τους πόνημα, να στραφείτε στις πρώτες τους κυκλοφορίες.

Τετάρτη 2 Νοεμβρίου 2011

Hallucinatory Nuances Of A Tidal Sonic Quicksand [Gr]

Μια Συνέντευξη με τους Arenna

Από τον Βορρά της Ισπανίας προέρχονται οι Arenna,  οι οποίοι είναι από τις καλύτερες και πλέον ελπιδοφόρες μπάντες του stoner/heavy χώρου. Πρόσφατα, κυκλοφόρησαν το ντεμπούτο άλμπουμ τους, Beats Of Olarizu, το οποίο έτυχε πολύ καλής υποδοχής, τόσο από τους οπαδούς, όσο και από τον μουσικό τύπο. Έτσι, μιας και θεωρώ τον εαυτό μου οπαδό της heavy μουσικής, αποφάσισα να επικοινωνήσω με την μπάντα, ώστε να μάθω περισσότερα γι' αυτούς. Ας δούμε λοιπόν, τι απάντησε στα ερωτήματα που του τέθηκαν, ο μπασίστας της μπάντας, Javi.


Χαίρεται! Καταρχάς, συγχαρητήρια για το ντεμπούτο άλμπουμ σας! Είναι πραγματικά εκπληκτικό!
Γεια! Ευχαριστούμε πολύ. Είμαστε πραγματικά πολύ χαρούμενοι για τον δίσκο, όπως και για την υποδοχή που του επιφυλάχθηκε.


Μιας και είστε μια νέα σχετικά μπάντα, θα είχες την καλοσύνη να μας δώσεις ένα μίνι βιογραφικό του συγκροτήματος;
Οι Arenna ξεκίνησαν στις αρχές του 2005. Οι Kike (κιθάρα), Rober (κιθάρα) και Javi (μπάσο), αποφάσισαν να παίξουν μουσική παρέα, για κανέναν άλλο λόγο, παρά μόνο για την ευχαρίστηση τους. Αλλά η στιγμή που θεωρήσαμε ότι είμαστε ικανοποιημένοι με τη μουσική μας δεν άργησε να έρθει, οπότε, αποφασίσαμε να το δούμε λίγο πιο σοβαρά: αρχίσαμε τακτικές πρόβες, ψάξιμο για να παίξουμε ζωντανά... Κι έτσι, απ' τη μια ψάχναμε για ντράμερ, κι απ΄την άλλη για τραγουδιστή, τα φωνητικά του οποίου, θα μας άφηναν όλους ικανοποιημένους (μέχρι να γίνει αυτό, αναγκάστηκε να αναλάβει ο Rober τα φωνητικά, δίχως να το θέλει). Όμως, κάποια στιγμή βρήκαμε τον τραγουδιστή στο πρόσωπο του Txus και έπειτα από μερικές πρόβες με διάφορα άτομα, ο Guille ανέλαβε τελικά τα ντραμς.


Πως ξεκίνησαν όλα; Εννοώ, ποιος ήταν ο λόγος που σας οδήγησε στο να παίξετε και τελικά, να ηχογραφήσετε μουσική;
Ο μοναδικός λόγος, είναι η αγάπη μας για την μουσική. Αυτή είναι που σε κάνει να ασχοληθείς με κάποιο μουσικό όργανο, να το μάθεις και να δημιουργήσεις τους δικούς σου ήχους με αυτό. Μόλις το κάνεις αυτό, θα θελήσεις να το ακούσει ο κόσμος, οπότε αυτό σε οδηγεί στην σκηνή. Κι όταν ο κόσμος σου δώσει θετικά μηνύματα, τότε σκέφτεσαι την ηχογράφηση.


Ποιες είναι οι αγαπημένες σας μπάντες και ποιες οι κύριες επιρροές σας;
Όλοι έχουμε τις αγαπημένες μας μπάντες, αλλά νομίζω πως όλοι συμφωνούμε στους Kyuss, Colour Haze, Black Sabbath, Clutch, Earthless.. Αυτές οι μπάντες, νομίζω, πως είναι και οι μεγαλύτερες επιρροές μας.



Γιατί επιλέξατε το όνομα Arenna για την μπάντα; Και τι είναι το Olarizu;
'Arena' στα ισπανικά σημαίνει άμμος. Πάντα θέλαμε να έχουμε έναν αμμώδη ήχο, που να παραπέμπει σε desert ηχοτοπία, κι αυτή η θέληση ήταν τόσο ισχυρή, που τελικά αποφασίσαμε να ονομάσουμε έτσι την μπάντα, κι απλώς προσθέσαμε ένα 'n' ακόμη, απλά για να το διαφοροποιήσουμε λιγάκι. Το Olarizu είναι ένας λόφος στα περίχωρα της πόλης μας, όπου εκεί κοντά, έχουμε το προβάδικο μας. Θέλαμε απλώς να αποδώσουμε φόρο τιμής στον τόπο, στον οποίο, ανδρωθήκαμε μουσικά. Το Olarizu όμως, στην Βασκωνία, χρησιμοποιείται κι ως γυναικείο όνομα, οπότε θεωρήσαμε ότι ταιριάζει και με την θηλυκή ύπαρξη του εξωφύλλου.


Σχετικά με τους στίχους. Υπάρχει κάποια συγκεκριμένη θεματολογία ή κάθε τραγούδι καταπιάνεται με διαφορετικό θέμα;
Δεν υπάρχει συγκεκριμένη θεματολογία στον δίσκο, μιας και κάθε τραγούδι καταπιάνεται με διαφορετικό θέμα, αν και υπάρχει κάποια αφηρημένη σύνδεση μεταξύ τους.


Πως δημιουργείτε την μουσική σας; Με jamάρισμα στο στούντιο ή ο καθένας δουλεύει ατομικά, πάνω σε δικές του ιδέες;
Γενικά, τα τραγούδια μας βασίζονται στον αυτοσχεδιασμό. Δουλεύουμε πάνω στις ιδέες που προκύπτουν μέχρι να καταλήξουμε σε κάτι καλό. Βέβαια, μερικές φορές δουλεύει ο καθένας μόνος του, αλλά συνήθως, δουλεύουμε όλοι μαζί στο προβάδικο.


Η παραγωγή του δίσκου είναι πολύ καλή. Μπορείς σε παρακαλώ, να μας δώσεις μερικές λεπτομέρειες σχετικά; Σε ποιο στούντιο έγινε η ηχογράφηση, ποιος συμμετείχε στις σχετικές διαδικασίες και κατά πόσο μείνατε ικανοποιημένοι από το τελικό αποτέλεσμα;
Παραγωγός και ηχολήπτης μας, ήταν ο Jose Lopez Gil, ένας φίλος μας, ο οποίος είχε συνεργαστεί στο παρελθόν με κάποιες μπάντες που γνωρίζαμε. Το αποτέλεσμα, πραγματικά μας άρεσε. Η ηχογράφηση έγινε σε δύο σαββατοκύριακα: το πρώτο από αυτά, βρεθήκαμε στα K Studios στην Παμπλόνα, όπου ηχογραφήσαμε τα ντραμς, το μπάσο και τις ρυθμικές κιθάρες. Το δεύτερο από αυτά, το περάσαμε στη Μαδρίτη, στα στούντιο όπου εργάζεται ο Jose, κι εκεί ηχογραφήσαμε τα φωνητικά, τα solos, καθώς και κάποιες άλλες λεπτομέρειες. Αργότερα, ο Billy Anderson έκανε το mastering. Του στείλαμε την ηχογράφηση, του άρεσε η μουσική μας, οπότε δέχτηκε να συνεργαστεί μαζί μας, κι αυτό πραγματικά, αποτέλεσε το κερασάκι στην τούρτα.


Οφείλω να ομολογήσω ότι το εξώφυλλο ήταν αυτό που με οδήγησε στο να ακούσω τον δίσκο σας. Είναι πραγματικά όμορφο, κι αναρωτιέμαι ποιος το εμπνεύστηκε και επίσης, αυτή η όμορφη ύπαρξη που απεικονίζεται σε αυτό, είναι απλά ένα δημιούργημα της φαντασίας του σχεδιαστή;
Υπεύθυνη είναι μια καλλιτέχνης από το Βιετνάμ, η Khoa Le, την οποία ανακαλύψαμε μέσω διαδικτύου. Μας άρεσαν πολύ οι δουλειές της, κι έτσι της ζητήσαμε να ασχοληθεί με το εξώφυλλο μας. Της στείλαμε τα τραγούδια μας και της αναλύσαμε το μουσικό μας όραμα κι έπειτα, της δώσαμε πλήρη ελευθερία κινήσεων, ώστε να δημιουργήσει οτιδήποτε ήθελε.


Ο δίσκος κυκλοφόρησε μέσω της Nasoni Records. Είστε ικανοποιημένοι από την προώθηση, την διανομή κλπ του δίσκου και υπάρχει κάποιο συμβόλαιο μαζί τους, ή συνεργασία αυτή ήταν κατά παραγγελία;
Η Nasoni προσφέρθηκε να εκδώσει τη μουσική μας σε CD και βινύλιο. Εμείς αντιπροτείναμε, το CD να βγει ως τριπλό digipack και το βινύλιο σε διπλή έκδοση και εκείνοι δέχτηκαν, κι αυτό μας χαροποίησε πολύ. Οπότε, όχι δεν έχουμε συμβόλαιο, ήταν μια απλή συνεργασία για αυτό το δίσκο, αλλά είμαστε πάρα πολύ ικανοποιημένοι και από την δουλειά τους, αλλά και από την υποστήριξη που μας παρείχαν.


Στην σφαίρα του διαδικτύου, το 99% των σχολίων για το Beats Of Olarizu είναι πραγματικά θετικό. Περιμένατε αυτήν την επιτυχία και πως αισθάνεστε για όλα αυτά τα όμορφα λόγια που έχουν ειπωθεί και γραφθεί για το ντεμπούτο άλμπουμ σας;
Όταν ολοκληρώσαμε τον δίσκο, ήμασταν πραγματικά χαρούμενοι με το αποτέλεσμα και αυτό είναι το σημαντικότερο. Φυσικά, το να δέχεσαι καλές κριτικές είναι άκρως ικανοποιητικό και ένας είδος επιβεβαίωσης για τη δουλειά σου, αλλά νομίζω ότι αυτό που μετράει περισσότερο, είναι το να είσαι εσύ ικανοποιημένος με αυτό που έχεις δημιουργήσει.


Απ' όσο γνωρίζω, δώσατε κάποιες συναυλίες εντός των ισπανικών συνόρων φέτος, αλλά υπήρξε κάποια περιοδεία για την προώθηση του δίσκου εκτός Ισπανίας και αν όχι, σχεδιάζεται κάποια περιοδεία εκτός συνόρων στο εγγύς μέλλον;
Μετά την κυκλοφορία του δίσκου, οι ζωντανές μας εμφανίσεις στην Ισπανία ήταν περίπου είκοσι τον αριθμό, κι αυτόν τον αριθμό, μέχρι το τέλος της χρονιάς, ευελπιστούμε να τον αυξήσουμε όσο τον δυνατόν περισσότερο. Θα θέλαμε πολύ να παίξουμε ζωντανά σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, αλλά είναι δύσκολο να κανονίσουμε συναυλίες εκτός συνόρων, εξαιτίας των επαγγελματικών μας υποχρεώσεων. Πάντως, είναι στα σκαριά κάποιες εμφανίσεις στην Γερμανία για τον ερχόμενο Δεκέμβρη, αν και τίποτε δεν έχει επιβεβαιωθεί ακόμη.



Ποια είναι τα γενικότερα σχέδια σας για το μέλλον της μπάντας; Έχετε θέσει κάποιον συγκεκριμένο στόχο, τον οποίο ονειρεύεστε να κατακτήσετε;
Στόχος μας είναι να συνεχίσουμε να παίζουμε την μουσική που μας αρέσει, για όσο αυτό θα μας προσφέρει ευχαρίστηση. Όνειρο μας είναι να μπορέσουμε να παίξουμε ζωντανά, σε όσο το δυνατόν περισσότερα μέρη και φυσικά, να εμφανιστούμε ζωντανά σε κάποια φεστιβάλ, όπως τα Roadburn, Yellowstock, Stoned From The Underground, Duna Jam...


Αυτό ήταν παιδιά! Ευχαριστώ για τη συνέντευξη! Ο επίλογος σας ανήκει.
Ευχαριστούμε πολύ για την υποστήριξη! Ελπίζω κάποια μέρα να μπορέσουμε να επισκεφθούμε για συναυλίες την Ελλάδα. Ευχαριστούμε εσένα, αλλά κυρίως, τους αναγνώστες σου!




Myspace / Facebook / Bandcamp / Nasoni Records



Τρίτη 1 Νοεμβρίου 2011

Hallucinatory Nuances Of A Tidal Sonic Quicksand [Eng]

An Interview With Arenna

Hailing from the North of Spain, Arenna, is one of the best and most promising newcomers in the heavy/stoner universe. They recently released their debut album, Beats Of Olarizu, an album, that received very positive responce, both from the fans and music press. Being one of those that consider themselves huge fan of heavy music, I couldn't resist to contact the band and find out a bit more about them. Let's see what the band's bassist, Javi, told us.


Hello! First of all, congratulations on your debut album! It's really awesome!
Hello! Thank you very much . We truly are very happy with the album and the response it´s getting.

Since you're quite a new band, would you be kind enough to provide us with a mini-biography of the band?
Arenna started off in early 2005. Kike (guitar), Rober (guitar) and Javi (bass) had been playing together with no greater reason than to have a good time. But the time came when we were happy with what we were doing, and so decided to take a more serious approach: regular rehearsals, the possibility of playing a gig… so on one hand we looked for a drummer and on the other a singer who we would all really like (up until that time Rober had filled in the vocals, not much to his desire). This way Txus came into the band as the singer and after a few people, Guille on drums.

How did all start? I mean, what was the incentive that lead you to play and finally, record music?
The reason is no other than love for music. This is what makes you pick up an instrument, learn and create your own stuff. When you have it you want people to listen to it, and that drives you onto the stage. When people give you good feedback you think about recording.

Which are your favourite bands and what are your main influences?
We all have our own favourite bands but I guess we would all agree on Kyuss, Colour Haze, Black Sabbath, Clutch, Earthless… they would be our biggest influences, I suppose.



Why you chose the name Arenna for the band? And What's Olarizu?
´Arena´ in spanish means sand. We always used to say we wanted a sandy sound, referring to a desert sound, so much that we just ended up calling the band arena, adding an ´n´ to make it different. Olarizu is a hill on the outskirts of our town and nearby we have our rehearsal space. We wanted to pay homage to this place that had seen us evolve musically. Olarizu is also a girl´s name in this part of the Basque Country, so we also thought she could be the girl in cover.

About the lyrics now. Is there any concept or each song is about a different theme?
It´s not a conceptual album, each song has a different theme but there is a certain connection between them.

How do you create music? You're just jaming in the studio or you work individually on your parts?
Overall our songs come from improvisation. Then we work on it until we´ve got what we want. Sometimes there is individual work but normally we all work together at rehearsals.

The production of the album is really good. Can you please give us some more detailed information on this? In which studio did it happen, who participated on the proccedings, how happy you're with the final result?
Jose Lopez Gil was our producer and sound engineer, a friend of ours who had previously recorded with other bands we know. We really liked the results. We recorded it in two weekends: the first one at K studios in Pamplona, where we recorded drums, bass and rhythm guitars. The second, we recorded in Madrid, at the studio where Jose works, and there we recorded the vocals, solos and other arrangements. It was later mastered by Billy Anderson. We had sent him the recording; he liked it and accepted to do it, and that was the real cherry on the top.

I have to admit that the cover was the reason that lead me to listen to your music. It is really cool and i'm wondering who's the guy that inspired it and the pretty creature on the cover represents something or is just a creation of the artist's imagination?
It´s Khoa Le´s, a Vietnamese artist who we discovered on the internet. We liked her work a lot, so we asked her to think of something for the cover. We sent her the tracks and the concepts we had of our music, and gave her complete freedom to create anything she wanted.


The album's out on Nasoni Records. Are you pleased with their work regarding the promotion, distribution etc of the album and are you under a contract with them, or it was a one-off collaboration?
Nasoni offered us to publish a CD and vinyl. We suggested the possibility of having a triptych digipack CD and a double vinyl and they accepted, so we were very happy. So we don´t have a contract, it´s a one-off collaboration but we´re very happy with their work and their support.

In the internet-sphere, about 99% of the feedback on Beats Of Olarizu, is trully positive. Did you expect such a success and how you feel about all those posivite words said and written about your debut album?
When we finished the album we were satisfied with the results, and that´s the most important thing. Getting good reviews is reassuring and makes you feel good, but what really matters is how you feel with what you´ve done.

As far as i know, you played live in the Spanish region this year but was there a tour to support the album outside the Spanish borders or are you planning such a tour for the forseeable future?
Since the album was released we´ve played about twenty shows in Spain and we´ll continue doing so until the end of the year. We would really like to play in other European countries but it´s difficult to arrange gigs on our personal working schedules. We might be doing some shows in Germany in December but nothing´s sure yet. 


What are your general plans for the future of the band? Is there something specific you're dreaming to achieve?
Our plans are to keep on having fun while we play the music we like. Our dream would be to be able to play all over the place, specially some festivals like Roadburn, Yellowstock, Stoned from the Underground or Duna Jam…

That's all guys! Thank you for the interview! It's closure belongs to you.
Thank you very much for your support! Hopefully one day we shall play in Greece. Thanks to you and all your readers!




Myspace / Facebook / Bandcamp / Nasoni Records