Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2016

1000mods - Repeated Exposure To...

 
Με την έδρα τους πλέον στην Αθήνα οι ραγδαίως ανερχόμενοι και τρομερά ταλαντούχοι 1000mods, που σχηματίστηκαν στο Χιλιομόδι Κορινθίας πριν από δέκα χρόνια περίπου, επιστρέφουν δυναμικά στα heavy δρώμενα με το ιδιαιτέρως χορταστικό Repeated Exposure To... , που κυκλοφορεί τούτες τις μέρες από την δική τους Ouga Booga and the Mighty Oug Recordings και το οποίο περιέχει οχτώ απολαυστικά κομμάτια συνολικής διάρκειας 51 λεπτών.
 
Ηλεκτρισμένη fuzz διαύγεια και σκονισμένη heavy βρώμια ισορροπούν αρμονικά στο εκπληκτικό Repeated Exposure To..., την αψεγάδιαστη κι ογκώδη παραγωγή του οποίου έχουν επιμεληθεί οι ίδιοι οι 1000mods με την αρωγή του Γιώργου Λεόντη στη μίξη και του Brad Boatright στο mastering, ενώ άξιο ειδικής μνείας είναι το artwork του περί ου ο λόγος τρίτου τους full length δίσκου, που μας βάζει για τα καλά στο βαρύ κι εκρηκτικό του heavy rock κλίμα.
 
Προειδοποίηση για το ότι η επαναλαμβανόμενη έκθεση σε υψηλής έντασης ήχους μπορεί να προκαλέσει ακόμη και μόνιμα προβλήματα στην ακοή, μας έρχονται από την φωτογραφία του ενισχυτή και το μήνυμα, που είναι κολλημένο πάνω του, στο εξώφυλλο του Repeated Exposure To..., που δανείστηκε τον τίτλο του ακριβώς από αυτή την σήμανση, όμως χαλάλι διότι εδώ οι 1000mods μας προσφέρουν αρκετούς κι άκρως heavy λόγους για να το τερματίσουμε.
 
Αβυσσαλέας γοητείας riffs, πότε σε πρωτόγονο stoner ύφος και πότε σε τεραστίου εκτοπίσματος heavy rock μοτίβο ξεχύνονται συνεχώς από τις κιθάρες των Γιάννη και Γιώργου, τα μεθυστικά leads και τα μεθυσμένα solos των οποίων, μας ταξιδεύουν άλλοτε σε αχνά και ξεθωριασμένα blues ηχοτοπία κι άλλοτε μας βυθίζουν στην δηλητηριώδη αγκαλιά της ξελογιάστρας desert ψυχεδέλειας, χάρη στον σπινθηροβόλο και άκρως μελωδικό συνάμα χαρακτήρα τους.
 
Φωνητικά παθιασμένα κι αισθαντικά συγχρόνως πλαισιώνουν φανταστικά με το έμφυτο τους γρέζι την εγγενή fuzz ιδιοσυγκρασία του Repeated Exposure To... κι εντείνουν την σπιρτόζικη rock υφή του, ενώ ο frontman Δάνης του χαρίζει άπλετο βάθος με το στιβαρό και ρωμαλέο του μπάσο, το οποίο σιγοντάρει περίφημα τις δυο κιθάρες και τα εύφλεκτα ντραμς του Λάμπρου, τα οποία συνεισφέρουν σημαντικά στην συμπαγή του υφή με το φλογερό τους groove.
 
Ιδιαιτέρως έντονη είναι η σκοτεινή και χωμάτινη desert αύρα των 1000mods στο νέο τους πόνημα και διακριτικές οι blues ατασθαλίες τους, οι οποίες όμως πετυχαίνουν κι ενισχύουν, χάρη στον συνθετικό κι εκτελεστικό τους οίστρο την ηχητική ποικιλία του εξόχως απολαυστικού Repeated Exposure To..., το οποίο χρωστά στο fuzz τσαγανό των έξοχων δημιουργών του, το παιχνιδιάρικο stoner μπρίο και το δυναμικό του heavy rock ταμπεραμέντο.
 
Ψυχεδέλεια rock υφής κι αβυσσαλέας heavy ευωδίας πασπαλίζει με παχιά stoner σκόνη τις ισχνές doom πινελιές του εξαίρετου Repeated Exposure To... κι αναδεικνύει έτσι αμφότερα τα κομψά blues ψήγματα και τα βαφτισμένα σε οπιούχα fuzz ύδατα desert ηχοχρώματα του, τα οποία είναι απόρροια της ατίθασης rock φαντασίας και της αχαλίνωτης έμπνευσης των 1000mods, που εδώ είναι αμφότερες πλήρως υποταγμένες στο περίσσιο τους heavy μεράκι.
 
Επαγγελματισμός κι εμπειρία σε συνδυασμό με rock ταλέντο και heavy ενθουσιασμό καθιστούν συναρπαστικό τον έσχατο χρονικά δίσκο των εξαίρετων 1000mods, οι οποίοι εδώ παρουσιάζονται πιο μεστοί από ποτέ και πυρακτώνουν συνάμα την προσωπική τους ηχητική ταυτότητα, ενώ συγχρόνως με το εκπληκτικό Repeated Exposure To..., που βρίθει stoner ποιότητας, αρπάζουν με σιγουριά την θέση τους στην διεθνή heavy rock ελίτ. Υπόκλιση.
 
1000mods: Bandcamp / Facebook
 

Τετάρτη 28 Σεπτεμβρίου 2016

The Wounded Kings - Visions In Bone

 
Πριν από σχεδόν δώδεκα χρόνια σε μια γραφική επαρχιακή περιοχή της νοτιοδυτικής Αγγλίας πήραν σάρκα και οστά από τον George Birch σε φωνή, κιθάρα, πλήκτρα και πιάνο και από τον Steve Mills στην κιθάρα οι ανερχόμενοι τότε και φημισμένοι πια The Wounded Kings, οι οποίοι με τους Myke Heath στα ντραμς και Alex Kearney στο μπάσο, κυκλοφόρησαν στα τέλη του Αυγούστου μέσω της Candlelight Records την έκτη συνολικά και πέμπτη με full length μορφή δουλειά τους με τίτλο Visions In Bone, που αποτελεί το κύκνειο άσμα τους, καθώς τότε ανακοίνωσαν και την οριστική τους διάλυση.
 
Ουκ ολίγες ήταν οι συμπληγάδες μες από τις οποίες έπρεπε να βγουν αλώβητοι όλα αυτά τα χρονιά οι φοβεροί The Wounded Kings, που άλλαξαν αρκετές φορές, θέλοντας και μη, την σύνθεση τους, αλλά ποτέ δεν απογοήτευσαν, μιας και πάντοτε όλες τους οι studio δουλειές διακρίνονταν από μια σπάνια doom φινέτσα, όμοια της οποίας πολλά συγκροτήματα ποτέ σε όλη τους την πορεία δεν επιτυγχάνουν, ενώ το σημαντικότερο είναι ότι και το σπαρακτικά ωραίο και ιδιαιτέρως χορταστικό Visions In Bone δεν αποτελεί εξαίρεση, μιας και ξεχειλίζει από heavy μεράκι και βρίθει αγνής metal ποιότητας.
 
Βαρύς κι ογκώδης είναι ο μεστός ήχος του Visions In Bone, ο οποίος χρωστά την διαυγή και σχεδόν στεντόρεια του υφή στην αψεγάδιαστη παραγωγή, που καθιστά πελώρια τα βαφτισμένα σε μολυσμένα traditional doom ύδατα και μεγαλειώδη riffs της κιθάρας, τα οποία άλλοτε είναι ποτισμένα με blues δηλητήριο κι άλλοτε μοιάζουν σαν να προέρχονται από τα δαιδαλώδη βάθη της prog rock ψυχεδέλειας, χάρη στην αστείρευτη έμπνευση και την αχαλίνωτη φαντασία των The Wounded Kings, τα μεθυστικά solos των οποίων, στάζουνε hard rock τσαγανό και μαρτυρούν συνάμα τις αχνές τους retro ατασθαλίες.
 
Ισχνά ρινίσματα διαβολικής folk γοητείας ξεπετάγονται μες από τα καθαρά κι επικών διαστάσεων φωνητικά των The Wounded Kings, τα οποία με περισσή θεατρικότητα ερμηνεύουν occult αισθητικής ιστορίες κι εντείνουν έτσι με περισσή μαεστρία το μυστικιστικό rock πλαίσιο του μαγευτικού Visions In Bone, τα μόλις πέντε κομμάτια συνολικής διάρκειας περίπου 48 λεπτών, που αυτό περιέχει οφείλουν στα δυναμικά ντραμς τις σχεδόν ανεπαίσθητες boogie πινελιές τους και χρωστούν στις αχνές fuzz σκιές, που καλύπτουν αρμονικά το ρωμαλέο μπάσο, τα στιβαρά κι αναιμικά συνάμα stoner ηχοχρώματα τους.
 
Μια πυκνή μουντάδα πεπαλαιωμένης doom/death αισθητικής κυκλώνει απειλητικά το ιδιαιτέρως απολαυστικό Visions In Bone, χάρη στην διακριτική παρουσία των πλήκτρων, ενώ διάφανες drone σταγόνες κυλούν όπως τα δάκρυα από τις μελαγχολικές τους νότες, οι οποίες σε συνδυασμό με το εύθραυστο πιάνο και τις στοιχειωμένες του μελωδίες, συνεισφέρουν σημαντικά στην ομαλή του ροή και μας παρουσιάζουν συγχρόνως τον συμπαγή κι απαράμιλλης σαγήνης συνθετικό κι εκτελεστικό οίστρο των The Wounded Kings, οι οποίοι μας ταξιδεύουν σε παγερής κι ανείπωτης ομορφιάς ανήλιαγα doom metal ηχοτοπία.
 
Έμελλε λοιπόν το τρομακτικά όμορφο και πένθιμα συναρπαστικό Visions In Bone, που θαρρώ, πως αποτελεί ένα λαμπρό στολίδι για τον αγνό doom ήχο, μιας και μαρτυρά metal ειλικρίνεια κι ανόθευτο rock 'n' roll μεράκι σε κάθε νότα του, να είναι η έσχατη κυκλοφορία των εξαίρετων The Wounded Kings κι αυτό είναι τουλάχιστον κι επιεικώς λυπηρό, καθώς κρίνοντας από την αγέρωχη του heavy υπόσταση νομίζω, πως είχαν ακόμη πολλά να μας χαρίσουν όμως θέλει κότσια να σταματήσεις ενώ βρίσκεσαι ψηλά κι έτσι αν και σίγουρος για αυτό, που θα ευχηθώ, ελπίζω να μην λαθέψω και η αμείλικτη λήθη να τους αγνοήσει. Απελπιστικά όμορφο.
 
The Wounded Kings: Last.Fm
Candlelight Records: Official Website
 

Τρίτη 27 Σεπτεμβρίου 2016

Salem's Pot - Pronounce This!

 
Πριν από πέντε χρόνια σχηματίστηκαν στην Σουηδία οι ανερχόμενοι Salem's Pot, οι οποίοι έπειτα από κάποιες αλλαγές στην σύνθεση τους, πλέον αποτελούν ένα άκρως ελπιδοφόρο κουϊντέτο, το οποίο στα μέσα του περασμένου καλοκαιριού κυκλοφόρησε δια μέσω της RidingEasy Records τη νέα του δουλειά με τίτλο Pronounce This!, η οποία περιέχει έξι εκρηκτικά κι εξόχως εθιστικά κομμάτια συνολικής διάρκειας περίπου 49 λεπτών.
 
Διαύγεια fuzz υφής και heavy βρωμιά ισορροπούν απόλυτα στην αψεγάδιαστη παραγωγή του εξαίρετου Pronounce This! και του χαρίζουν όγκο κι απύθμενη rock δυναμική, ενώ η σπιρτόζικη απόδοση των εξαιρετικών Salem's Pot και το σφιχτό τους δέσιμο, μαρτυρούν αμφότερα την εκτελεστική δεινότητα και τον συνθετικό τους οίστρο και αναδεικνύουν συνάμα τον σπινθηροβόλο τους stoner χαρακτήρα, καθώς και τις εύφλεκτες τους metal ατασθαλίες.
 
Ρωμαλέα riffs άλλοτε σε κλασσικό stoner ύφος κι άλλοτε με κοφτερές doom αιχμές πλημμυρίζουν αρμονικά το Pronounce This!, το οποίο χρωστά στα διαβολικής γοητείας leads και τα αμαρτωλής ομορφιάς solos από τις δυο κιθάρες, τόσο τα διακριτικά και λάγνα του blues ψήγματα, όσο και τις αχνές NWOBHM σκιές του, που εντείνονται από τα θορυβώδη πλήκτρα των Salem's Pot, τα οποία πασπαλίζουν με space σκόνη το τελικό σύνολο.
 
Μπάσο και ντραμς συνθέτουν ένα ιδιαιτέρως δυνατό και συμπαγές rythm section με το πρώτο να προσφέρει στο νέο πόνημα των Salem's Pot αρχέγονες doom πινελιές, χάρη στον ογκώδη και ποτισμένο με fuzz δηλητήριο χαρακτήρα του, ενώ τα φλογερά και στιβαρά ντραμς διανθίζουν σωστά με γενναίες ποσότητες stoner αδρεναλίνης το έξοχο Pronounce This!, χάρη στο εγγενές και παχύρρευστο τους groove, που το διαπερνά στην ολότητα του.
 
Φωνητικά και πλήκτρα συνεργάζονται άψογα με τα δεύτερα εκτός από τα space ηχοτοπία να ενισχύουν συγχρόνως και τις heavy psych αναθυμιάσεις, που ξεπηδούν από τα έγχορδα των εξαιρετικών Salem's Pot, ενώ η παθιασμένη φωνή τους, ερμηνεύει με μπόλικη θεατρικότητα κι ανησυχητική πειστικότητα τους horror ευωδίας στίχους του Pronounce This!, χάρη στη σχεδόν ανεπαίσθητη αύρα punk παράνοιας, που διακρίνει τα μεθυσμένα της χνώτα.
 
Τρεμάμενα και space προελεύσεως drone ρινίσματα συνυπάρχουν υπέροχα με τα βαλτώδη κι αιθέρια συνάμα heavy psych στοιχεία των Salem's Pot κι απογειώνουν αμφότερα τα ισχνά noise στολίδια και τα τερατώδη doom ξεσπάσματα τους, ενώ η stoner ιδιοσυγκρασία τους κολακεύεται στο συναρπαστικό Pronounce This!, τόσο από τα ξεβαμένα blues ηχοχρώματα, όσο κι από τις western αρώματος NWOBHM πινελιές τους. Διεστραμμένα υπέροχο.
 
Salem's Pot: Bandcamp / Facebook
RidingEasy Records: Official Website
 

Δευτέρα 26 Σεπτεμβρίου 2016

Clouds Taste Satanic - Dawn Of The Satanic Age

 
Από το Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης, όπου και το 2013 σχηματίστηκαν από τους εξαιρετικά ταλαντούχους David και Steve στις κιθάρες, Christy στα ντραμς και Sean στο μπάσο, προέρχονται οι ανερχόμενοι Clouds Taste Satanic, που επιστρέφουν στο heavy προσκήνιο δυναμικά τούτες τις μέρες, καθώς κυκλοφορούν δίχως την εμπλοκή κάποιας δισκογραφικής την τρίτη τους full length δουλειά υπό τον αχνής horror αύρας, τίτλο: Dawn Of The Satanic Age.
 
Μόλις έξι κομμάτια συνολικής διάρκειας περίπου 37 λεπτών περιέχει το εξόχως χορταστικό, παρά το σχετικά μικρό του δέμας, Dawn Of The Satanic Age, το οποίο έχει εξολοκλήρου instrumental μορφή, όπως ακριβώς κι οι δυο πρώτοι δίσκοι των έξοχων δημιουργών του, ενώ διακρίνεται για την αψεγάδιαστη παραγωγή του, που κολακεύει τα νέα κομμάτια των Clouds Taste Satanic, τα οποία πλαισιώνονται έξοχα από το ισχνής occult αισθητικής του artwork.
 
Στιβαρά και θηριώδη riffs άλλοτε σε παραδοσιακό doom μοτίβο κι άλλοτε σε μοντέρνο stoner ύφος ξεχύνονται από τις βαφτισμένες σε δηλητηριώδεις fuzz βάλτους κιθάρες των Clouds Taste Satanic κι οπιούχα leads αναιμικής post αύρας και απειλητικής metal ομορφιάς solos ξεπηδούν μες από τις τραχιές χορδές τους, αναδεικνύοντας υπέροχα τις σχεδόν ανεπαίσθητες progressive πινελιές, που χαρίζει στο πανέμορφο Dawn Of The Satanic Age το μεστό του rythm section.
 
Ηλιαχτίδες drone υφής ξεπετάγονται συχνά πυκνά από τα συμπαγή έγχορδα των εξαίρετων Clouds Taste Satanic και αγκαλιάζουν σφιχτά τις διακριτικές τους black αρώματος ατασθαλίες, οι οποίες ενισχύουν σημαντικά την ηχητική ποικιλία του ιδιαιτέρως απολαυστικού Dawn Of The Satanic Age, το οποίο χρωστά στα δυναμικά ντραμς την αβυσσαλέα heavy κι αγέρωχη groove ενέργεια του και στο μεστό μπάσο το άπλετο rock 'n' roll βάθος και τον ογκώδη του χαρακτήρα.
 
Νοσταλγία metal ευωδίας και κλασσικά rock αρώματα πλημμυρίζουν αρμονικά με την θλιμμένη τους heavy αύρα τα μελαγχολικά όσο και σκοτεινά συνάμα fuzz ηχοτοπία του συναρπαστικού Dawn Of The Satanic Age, τα σχεδόν διάφανα prog ρινίσματα του οποίου, παρέα με την αόρατη drone νοοτροπία και τις ερεβώδεις post σκιές των Clouds Taste Satanic απογειώνουν αμφότερες την συννεφιασμένη stoner ιδιοσυγκρασία και την τραχιά τους doom υπόσταση.
 
Είναι πλέον ξεκάθαρο το γεγονός, πως οι φοβεροί και τρομεροί Clouds Taste Satanic έχουν επιτυχώς χαλιναγωγήσει τις όποιες επιρροές τους, καθώς με όπλα τον συνθετικό οίστρο και την εκτελεστική δεινότητα τους, έχουν θέσει την σκοτεινή έμπνευση και φαντασία τους υπό τον πλήρη τους έλεγχο, πυρακτώνοντας την προσωπική τους heavy ταυτότητα και καθιστώντας την ομαλή ροή του Dawn Of The Satanic Age εφάμιλλη με τα νερά μολυσμένου ποταμού.
 
Θαρρώ λοιπόν, πως δεν θα πρέπει να αποτελεί έκπληξη το ότι το έσχατο χρονικά άλμπουμ τούτης της δραστήριας μπάντας είναι το πλέον απολαυστικό και μεστό της ως τώρα πορείας της στα heavy σοκάκια εφιαλτικής γοητείας, μιας και το αγνό stoner μεράκι των Clouds Taste Satanic αποτυπώνεται στο περιπετειώδες Dawn Of The Satanic Age με περισσή μαεστρία σε όλο του το μεγαλείο κι αναδεικνύει το διαβολικής σαγήνης κι έμφυτο doom τσαγανό τους.
 
Όσες κι όσοι εν κατακλείδι θεωρούν εαυτούς λάτρεις, είτε της αιχμηρής metal μουσικής, είτε του σκαιού rock ήχου, θαρρώ, πως θα λατρέψουν την αιθέρια προσέγγιση των Clouds Taste Satanic στα πλέον σκοτεινά σημεία του αβυσσαλέου heavy χώρου, καθώς το μαγευτικό και μεθυστικό Dawn Of The Satanic Age θα τους ξελογιάσει με την αμαρτωλή του stoner αύρα και θα σκλαβώσει νου κι αισθήσεις με τα παραμυθένια του doom θέλγητρα. Σχεδόν ακαταμάχητο.
 
Clouds Taste Satanic: Bandcamp / Facebook
 

Σάββατο 24 Σεπτεμβρίου 2016

Wretch

 
Από τις στάχτες των εξαίρετων κι αδικοχαμένων The Gates Of Slumber γεννήθηκαν οι ανερχόμενοι Wretch πριν από δύο περίπου χρόνια οπότε κι ο ιδρυτής αμφότερων σε κιθάρα και φωνή, Karl Simon παρέα με τους Chris Gordon και Bryce Clarke σε ντραμς και μπάσο αντίστοιχα ένωσαν μεράκι και ταλέντο κι έπλασαν τούτη τη μπάντα εν μέρει για να χαλιναγωγήσουν τον ενθουσιασμό τους για κάθε τι βαρύ και μαύρο στον metal ήχο κι εν μέρει για να τιμήσουν επίσης τον αδερφικό φίλο και συνοδοιπόρο στα πρώτα μουσικά βήματα του αρχηγού τους, Jason McCash, ο οποίος εκείνη την περίοδο αποχαιρέτησε τα εγκόσμια.
 
Ομώνυμος τους είναι ο παρθενικός δίσκος από τους Wretch, που αποτελεί την αφορμή για τούτες τις γραμμές, ο οποίος βγήκε στα τέλη του περασμένου Αυγούστου με την αρωγή της Bad Omen Records και περιέχει μόλις εφτά κομμάτια συνολικής διάρκειας περίπου 33 λεπτών, ενώ ξεχωρίζει για το λιτό και ξεθωριασμένο artwork του, που ταιριάζει γάντι στην θλιμμένη του heavy υπόσταση και διακρίνεται για την αψεγάδιαστη παραγωγή του, που κολακεύει το τελικό σύνολο κι αναδεικνύει συνάμα με την έμφυτη ζεστασιά της φέρουσας fuzz αιχμές διαύγειας της, το εξαιρετικά στιβαρό και συμπαγές του metal εκτόπισμα.
 
Ηλεκτρισμένες μελωδίες βαφτισμένες σε οπιούχα NWOBHM ύδατα ξεπετάγονται συνεχώς από την παχιά κιθάρα και πλαισιώνουν τα βαριά της riffs υπέροχα, τα οποία μας ταξιδεύουν άλλοτε σε παραδοσιακά doom ηχοτοπία κι άλλοτε σε κλασσικής proto metal υφής βάλτους, ενώ τα νωχελικά της leads και solos μαρτυρούν αρμονικά την σπαρακτική rock μελαγχολία των Wretch χάρη στην εγγενή και υφέρπουσα metal ψυχεδέλεια τους και συνδυάζονται φανταστικά με το γρέζι των αισθαντικών φωνητικών, τα οποία ερμηνεύουν πειστικά και με περίσσιο πάθος ιστορίες βγαλμένες από τις κακοτοπιές της ζωής, γεμάτες πόνο κι οδύνη.
 
Ισχνές αποχρώσεις hard rock μαεστρίας αχνοφαίνονται στο ντεμπούτο πόνημα των έξοχων Wretch χάρη στο μεστό και σπιρτόζικο rythm section τους, το οποίο πετάει αναιμικές και σχεδόν διάφανες boogie σπίθες, χάρη στα ρωμαλέα κι ιδιαιτέρως δυναμικά ντραμς, τα οποία πασπαλίζουν σωστά με γενναίες ποσότητες groove αδρεναλίνης το τελικό σύνολο και συνοδεύουν εξαιρετικά το παχύρρευστο τους μπάσο, το οποίο χαρίζει όγκο και ηχητικό βάθος μες από τις fuzz πινελιές του στον παρθενικό κι άκρως χορταστικό, παρά το σχετικά μικρό του δέμας, δίσκο, τούτης της νέας και πάρα πολλά υποσχόμενης μπάντας.
 
Ωραία και θελκτικά σαν αμαρτία είναι τα νοσταλγικά metal αρώματα τούτης της κυκλοφορίας, τα οποία κολακεύουν σφόδρα τα έμφυτα κι αγνά της traditional doom ηχοχρώματα και τις ανόθευτες NWOBHM σκιές της, που σε συνδυασμό με το σπινθηροβόλο proto metal τσαγανό και το εγγενές hard rock ταμπεραμέντο των Wretch μας οδηγούν σε ιδιαιτέρως απολαυστικά κι αρκούντως heavy σοκάκια εκεί όπου η αχαλίνωτη φαντασία και η ατίθαση έμπνευση τούτης της υπέροχης μπάντας επιδίδεται σε συνθετικά όργια με την εκτελεστική δεινότητα τους, απόρροια των οποίων είναι το μαγευτικό τους πρώτο άλμπουμ.
 
Εν ολίγοις, μπορεί να σχηματίστηκαν σε καθεστώς πένθους και υπό συναισθηματικά δύσκολες συνθήκες οι Wretch όμως αυτό δεν τους εμπόδισε από το να δώσουν ελπίδα με τις θλιμμένα όμορφες κι εξόχως heavy μελωδίες τους στον παλιακό metal ήχο, μιας και με όπλο την εμπειρία τους πέρασαν αλώβητοι από τις εύκολες μελό ατραπούς του είδους και μας προσφέρουν ένα εξόχως συναρπαστικό traditional doom άκουσμα ποτισμένο με NWOBHM δηλητήριο και ραντισμένο με proto metal αρώματα, που ζαλίζει τις αισθήσεις και μεθάει το μυαλό με την απαράμιλλη και σχεδόν αβάσταχτη doom ομορφιά του. Φανταστικό.
 
Wretch: Facebook
Bad Omen Records: Official Website
 

Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου 2016

Black Tomb

 
Από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής όπου και πριν λίγο καιρό σχηματίστηκαν από μερικούς εξόχως παθιασμένους και ταλαντούχους μουσικούς προέρχονται οι ανερχόμενοι Black Tomb, που στις αρχές του τρέχοντος μήνα κυκλοφόρησαν δίχως την εμπλοκή κάποιας δισκογραφικής εταιρίας την ομώνυμη και παρθενική τους full length δουλειά.
 
Οχτώ θηριώδους εκτοπίσματος κομμάτια συνολικής διάρκειας 49 λεπτών περιέχει ο περί ου ο λόγος δίσκος, ο οποίος χρωστά εκτός φυσικά από τους Black Tomb, στους Sean Fitzpatrick, Anthony Medaglia και Brad Boatright και την αγαστή τους συνεργασία στους επιμέρους τομείς της παραγωγής την σχεδόν τερατώδη κι άκρως ογκώδη του υπόσταση.
 
Ηλεκτρισμένα και μονολιθικής doom αύρας riffs ξεχύνονται συνεχώς μες από την παχύρρευστη και βαφτισμένη σε οπιούχα fuzz ύδατα κιθάρα των Black Tomb, τα μελαγχολικά leads της οποίας ευωδιάζουν death σαπίλα και πλαισιώνουν φανταστικά τα μάλλον διακριτικά της solos, που μας βυθίζουν αρμονικά σε μια τραχιά κι αέναη δίνη sludge ψυχεδέλειας.
 
Υστερικές black metal υφής σκιές σκεπάζουν απειλητικά τα πρωτόγονα stoner ηχοτοπία των υπέροχα βλοσυρών Black Tomb, το μεστό μπάσο των οποίων προσφέρει όγκο και fuzz βάθος στο πρώτο πόνημα τους και σιγοντάρει συνάμα έξοχα τα δυναμικά τους ντραμς, το σκαιό και doom αρώματος groove των οποίων, απογειώνει την εγγενή τους sludge αγριάδα.
 
Ιδιαιτέρως παθιασμένα είναι τα γεμάτα γρέζι και βραχνιασμένα brutal φωνητικά, που ερμηνεύουν ερεβώδεις ιστορίες μακάβριας horror σαγήνης κι occult γοητείας με περισσή θεατρικότητα κι ανησυχητική πειστικότητα, ενώ ειδικής μνείας αξίζει και η αψεγάδιαστη απόδοση των Black Tomb, που είναι απόρροια του ακατέργαστου heavy ταλέντου τους.
 
Εν ολίγοις, τα αιθέρια sludge δηλητήρια και οι στιβαρές κι έντονες ευωδίες αρχέγονης doom ψυχεδέλειας από τους αβυσσαλέα σκοτεινούς Black Tomb, μαρτυρούν την ερεβώδη φαντασία και την φρικιαστικά όμορφη τους έμπνευση, που με όπλο το συμπαγές τους δέσιμο, μας ταξιδεύουν σε ανήλιαγα stoner σοκάκια ψυχρού doom/death αρώματος. Θαυμάσιο.
 
Black Tomb: Bandcamp / Facebook
 

Τετάρτη 21 Σεπτεμβρίου 2016

Kroh - Altars

 
Μια πάρα πολλά υποσχόμενη μπάντα σχηματίστηκε το 2011 στην μητέρα πόλη του heavy ήχου, που δεν είναι άλλη από το Μπέρμιγχαμ της Μεγάλης Βρετανίας από τον Paul Kenney στην κιθάρα, ο οποίος έπειτα από ένα μικρό διάλειμμα και μερικές αλλαγές στην σύνθεση των περί ου ο λόγος Kroh, πλαισιώνεται πλέον από την Oliwia Sobieszek στην φωνή, τον Darren Donovan στο μπάσο κι από τον Rich Stanton στα ντραμς, οι οποίοι κυκλοφορούν τούτες τις μέρες την δεύτερη συνολικά full length δουλειά τους και παρθενική με την παρούσα σύνθεση.
 
Κάτι λιγότερο από σαράντα λεπτά διαρκούν συνολικά τα εννέα κομμάτια του νέου πονήματος από τους άκρως ελπιδοφόρους και ανερχόμενους Kroh, το οποίο φέρει τον τίτλο Altars και διακρίνεται για το γεμάτο συμβολισμούς κι occult αισθητικής του artwork, ενώ ξεχωρίζει για την πραγματικά αψεγάδιαστη παραγωγή του, την οποία έχει επιτυχώς κι εξολοκλήρου αναλάβει ο αρχηγός και ιδρυτής της μπάντας, που πέτυχε την απόλυτη ισορροπία μεταξύ fuzz διαύγειας και heavy βρωμιάς, χαρίζοντας στο τελικό σύνολο μια μεθυστική vintage αύρα φρεσκάδας.
 
Βαριά κι αιχμηρά riffs, που συνδυάζουν επιτυχώς παραδοσιακά doom στοιχεία και σύγχρονες stoner φόρμες, μας ταξιδεύουν σε ανήλιαγα occult rock σοκάκια, εκεί όπου οι κλασσικές heavy metal αναθυμιάσεις των solos και leads από την ατίθαση κιθάρα των εντυπωσιακά ταλαντούχων Kroh τυλίγουν σαν άλλο πέπλο τα horror αρώματος fuzz ηχοχρώματα του Altars και μας βυθίζουν έτσι σε μια αέναη δίνη rock απόλαυσης και heavy ευδαιμονίας, όπου κυριαρχεί η λάγνα κι αμαρτωλά θελκτική φωνή τους, που σαν άλλη Σειρήνα ξελογιάζει κι εθίζει νου κι αισθήσεις.
 
Στίχοι μακάβριας γοητείας κι αχνής horror σαγήνης αποδίδονται ανησυχητικά πειστικά και συμβάλλουν έτσι σημαντικά στην έμφυτη occult αισθητική του ιδιαιτέρως χορταστικού, παρά το σχετικά μικρό του δέμας, Altars, το οποίο χρωστά στο μεστό του rythm section τον συμπαγή χαρακτήρα του και πιο συγκεκριμένα οφείλει στα δυναμικά ντραμς από τους έξοχους Kroh την διαβολικά όμορφη και retro ευωδίας groove αδρεναλίνη του, ενώ το στιβαρό τους μπάσο είναι υπεύθυνο για τις έντονες fuzz αποχρώσεις της νωχελικά σπιρτόζικης trad doom υφής τους.
 
Μάλλον ανεπαίσθητα είναι τα διακριτικά heavy metal ρινίσματα αλλοτινών ηχητικών εποχών με τα οποία οι ευρισκόμενοι σε συνθετικό κι εκτελεστικό οίστρο, Kroh, έχουν πασπαλίσει τα μοντέρνα stoner ψήγματα τους, ενώ ισχνοί slasher υφής καπνοί κυκλώνουν αρμονικά το εφιαλτικά παραμυθένιο Altars, η ομαλή ροή του οποίου είναι απόρροια της τρομερής χημείας και της εξαιρετικής απόδοσης των δημιουργών του, τα έντονα κι ανάγλυφα occult rock στοιχεία των οποίων, ταιριάζουν απόλυτα με την αγνή αγάπη τους για τα παραδοσιακά doom ηχοτοπία.
 
Τέλος, κάτι μου λέει ότι τούτοι εδώ οι τύποι σύντομα θα συγκαταλέγονται στην ευρύτερη heavy ελίτ, καθώς αν και ο δρόμος για τις υψηλές και δύσβατες κορυφές του μαγευτικού doom ήχου είναι μακρύς και γεμάτος ατραπούς, οι φοβεροί και τρομεροί Kroh με όπλο την αχαλίνωτη retro φαντασία και την φέρουσα vintage πινελιές έμπνευση τους, μας προσφέρουν με το φανταστικό Altars έναν από τους απολαυστικότερους δίσκους του 2016 αφού ο γάμος occult ηχοχρωμάτων και μοντέρνων stoner στοιχείων δεν θα μπορούσε να είναι πιο ταιριαστός. Φαντασμαγορικό.
 
 

Τρίτη 20 Σεπτεμβρίου 2016

2 Headed Dogs

 
Στο Καναλλάκι της Πρέβεζας είναι η βάση των ανερχόμενων και άκρως ταλαντούχων 2 Headed Dogs, οι οποίοι σχηματίστηκαν από τον Γιώργο σε κιθάρα και φωνή, τον Αντώνη στο μπάσο και τον Σπύρο στα ντραμς το καλοκαίρι του 2015 κι έκτοτε έχουν συμμετάσχει σε κάμποσα φεστιβάλ με δυνατά ονόματα του heavy χώρου, ενώ πρόσφατα κυκλοφόρησαν μέσα σε diy πλαίσια το παρθενικό κι ομώνυμο τους άλμπουμ, το οποίο περιέχει εννέα κομμάτια συνολικής διάρκειας περίπου 38 λεπτών.
 
Ηχητική θέρμη και rock ζεστασιά αποπνέει τούτο το εξόχως διασκεδαστικό άκουσμα, που ξεχωρίζει για την μεστή παραγωγή του, η οποία ισορροπεί τέλεια μεταξύ fuzz διαύγειας και heavy βρωμιάς και διακρίνεται για το πολύχρωμο του artwork, που κολακεύει τον σπιρτόζικο stoner χαρακτήρα του κι αναδεικνύει συνάμα τα εξαιρετικά συμπαγή ψήγματα garage ψυχεδέλειας, που το διαπερνούν στην ολότητα του, ενώ μαρτυρά συγχρόνως και τις αχνές noise ατασθαλίες των 2 Headed Dogs.
 
Φωνητικά παθιασμένα κι αλήτικης rock χροιάς πλαισιώνουν υπέροχα το τελικό σύνολο και ταιριάζουν στο σπινθηροβόλο heavy ταμπεραμέντο του, ενώ η παιχνιδιάρικη κιθάρα σκαρώνει συνεχώς ορμητικά riffs, άλλοτε σε σκανταλιάρικο stoner ύφος κι άλλοτε σε στιβαρό heavy rock μοτίβο, χαρίζοντας έτσι στο ντεμπούτο full length από τους έξοχους 2 Headed Dogs την ηχητική ταυτότητα του, η οποία χρωστά τις φλογερές της blues αποχρώσεις στα εύφλεκτα leads και solos της.
 
Αχνές fuzz σκιές καλύπτουν αρμονικά το ρωμαλέο κι ογκώδες μπάσο, το οποίο προσφέρει άπλετο βάθος σε τούτο το προσεγμένο στην λεπτομέρεια άλμπουμ των 2 Headed Dogs, από τα ιδιαιτέρως δυναμικά ντραμς των οποίων, ξεπετάγονται σπινθήρες groove αδρεναλίνης, που σκεπάζουν ομοιόμορφα τον πρώτο τους δίσκο και μαρτυρούν συνάμα την υφέρπουσα jam νοοτροπία και τις ντροπαλές τάσεις αυτοσχεδιασμού, που διακρίνουν τούτη την πολλά υποσχόμενη κι άκρως ελπιδοφόρα μπάντα.
 
Διστακτικές και μάλλον διάφανες space πινελιές αγκαλιάζουν σφιχτά τα σχεδόν ανεπαίσθητα noise ρινίσματα τούτης της εξαίρετης κυκλοφορίας και μαζί προδίδουν αμφότερες την ατίθαση rock έμπνευση και την αχαλίνωτη heavy φαντασία των 2 Headed Dogs, απόρροια των οποίων είναι η jam υφής ψυχεδέλεια και τα ξεθωριασμένα blues ηχοχρώματα τους, τα οποία πλαισιώνουν φανταστικά το εγγενές stoner τσαγανό, την έμφυτη garage αύρα και την heavy rock τους οξυδέρκεια.
 
Εν ολίγοις, εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα πραγματικά εξαιρετικό πρώτο δείγμα γραφής από τους 2 Headed Dogs, οι οποίοι πραγματοποιούν ένα ιδιαιτέρως δυναμικό μπάσιμο στα heavy δρώμενα του ευρύτερου rock ήχου, καθώς με απαράμιλλη μαεστρία αναμιγνύουν επιτυχώς δυνατά stoner αρώματα και μεθυστικές garage ευωδίες, προσφέροντας μας έναν εξόχως δροσερό και φρέσκο heavy rock δίσκο, που μαρτυρά το περίσσιο μεράκι τους και σαγηνεύει με την fuzz γοητεία του. Υπέροχο.
 
2 Headed Dogs: Bandcamp / Facebook
 

Δευτέρα 12 Σεπτεμβρίου 2016

Skandal - Year Of The Cicada

 
Μια ακόμη εγχώρια μπάντα κυκλοφόρησε φέτος το καλοκαίρι τη νέα της δουλειά κι ο λόγος αυτή τη φορά είναι για τους ανερχόμενους κι άκρως ελπιδοφόρους Skandal, οι οποίοι αν και στριφογύριζαν σαν ιδέα στο μυαλό του ιδρυτή τους από τα μέσα του 2010, τελικά πήραν σάρκα και οστά δυο χρόνια αργότερα όταν ο αρχηγός τους, Γιώργος Ραφαήλ Σκανδαλάκης σε μπάσο και φωνή, πλαισιώθηκε από έμπειρους στα μουσικά δρώμενα φίλους και γνωστούς του, παρέα με τους οποίους κυκλοφόρησε τότε το παρθενικό EP τούτης της μπάντας.
 
Φυγή από την έδρα των Skandal στο Ηράκλειο της Κρήτης για σπουδές στο εξωτερικό και πιο συγκεκριμένα στο Leeds της Αγγλίας επηρέασαν όπως ήταν λογικό την ανοδική πορεία τους, η οποία όμως δεν διακόπηκε παρά την μετακόμιση και τις αρκετές αλλαγές στην σύνθεση τους, καθώς το 2014 η ανερχόμενη πλέον μπάντα κυκλοφόρησε ένα single μες από το οποίο μας συστήθηκε το δεύτερο σταθερό της μέλος, που δεν άλλο από τον εξίσου ταλαντούχο με τον ιδρυτή κι αρχηγό της, Βρετανό, Alex Clayden-Spence στα ντραμς.
 
Παρέα με διάφορους session μουσικούς και μερικούς ακόμη σε guest εμφάνιση οι εξαίρετοι Skandal κυκλοφόρησαν πριν από λίγες εβδομάδες το νέο τους EP με τίτλο Year Of The Cicada, το οποίο περιέχει τέσσερα κομμάτια συνολικής διάρκειας περίπου 21 λεπτών, μες από τα οποία μας παρουσιάζουν εύγλωττα το heavy ταλέντο και το μεράκι τους για την ανόθευτη metal μουσική παλαιότερων δεκαετιών, καθώς επίσης και την αγάπη τους για τον doom ήχο και το έμφυτο τους rock τσαγανό.
 
Βαριά riffs σε παραδοσιακό doom rock μοτίβο διανθισμένα με κλασσικά metal στοιχεία ξεχύνονται συνεχώς από την κιθάρα και δίνουν εν πολλοίς το συμπαγές και τραχύ heavy στίγμα των Skandal, τα ορμητικά leads και solos των οποίων, στολίζουν φανταστικά με τραχιά hard rock ψήγματα το εκρηκτικό και ιδιαιτέρως απολαυστικό Year Of The Cicada και με σχεδόν ανεπαίσθητα ρινίσματα punk αδρεναλίνης, καθώς και με ισχυρές αναθυμιάσεις, ποτισμένης με stoner αρώματα, rock 'n' roll αλητείας.
 
Στιβαρή κι ογκώδης είναι η παραγωγή του χορταστικού, παρά το σχετικά του μικρό δέμας, Year Of The Cicada, την μίξη και το mastering του οποίου επιμελήθηκε ο γνώστης του τομέα Γιώργος Μπόκος, ο οποίος αναδεικνύει επιτυχώς την οργανική κι ωμή προσέγγιση των Skandal, τα φωνητικά των οποίων διακρίνονται για το πάθος και το έμφυτο γρέζι τους, που σε πλήρη αρμονία με την ελεγχόμενη rock βραχνάδα τους, αποδίδουν εξαιρετικά τους αιχμηρά κι ανάγλυφα σκοτεινούς τους στίχους.
 
Ρωμαλέα κι εμποτισμένα με rock 'n' roll πυρίτιδα είναι τα δυναμικά ντραμς των Skandal στο νέο τους πόνημα, το οποίο κι εμπλουτίζουν σωστά με το εύφλεκτο τους groove, συμβάλλοντας σημαντικά στην ομαλή του ροή, ενώ ισχνές fuzz πινελιές ξεπηδούν από το μπάσο τους και τις ηλεκτρισμένες του χορδές, χαρίζοντας αχνές metal αιχμές κλασσικής υφής στο υπέροχο Year Of The Cicada, το οποίο ξεχωρίζει εκτός των άλλων και για την υφέρπουσα του punk αισθητική.
 
Χειμαρρώδης και φλογεροί heavy ρυθμοί διακρίνουν αμφότερα τα ισχνά και βουκολικής ευωδίας ψυχεδελικά rock ψήγματα του Year Of The Cicada και τα μελωδικά του metal ρινίσματα, τα οποία παρέα με την έμφυτη doom ενέργεια των Skandal και τα εγγενή τους, αν και καλά κρυμμένα stoner ηχοχρώματα, καθιστούν άκρως σαγηνευτικό το rock 'n' roll ταμπεραμέντο τους και ενισχύουν συνάμα την ποικιλία του νέου τους EP, αναδεικνύοντας εντυπωσιακά το συνθετικό κι εκτελεστικό τους ταλέντο, καθώς επίσης και την αχαλίνωτη τους φαντασία.
 
Λυρικά ξεσηκωτικό είναι με λίγα λόγια το προσεγμένο στην λεπτομέρεια κι από κάθε απόψη εξαίρετο Year Of The Cicada, το οποίο βάζει δυναμικά στο heavy προσκήνιο του ευρύτερου rock ήχου τους ταλαντούχους του δημιουργούς, οι οποίοι συνδυάζουν φανταστικά την δηλητηριώδη τους punk νοοτροπία με την έμφυτη τους doom rock αύρα και τα εγγενή τους metal αρώματα και μας χαρίζουν ένα σκαιό κι ακατέργαστο doom 'n' roll διαμάντι, το οποίο θαρρώ, πως καθιστά πολλά υποσχόμενους τους άκρως ελπιδοφόρους Skandal. Ωραιότατο.
 
Skandal: Bandcamp / Facebook
 

Παρασκευή 9 Σεπτεμβρίου 2016

Making Fuck - A Harrowing End

Για κάποιο λόγο δυσκολεύτηκα να καταγράψω τα όσα μου έβγαλαν οι πολλαπλές ακροάσεις της δεύτερης συνολικά και πρώτης με full length μορφή δουλειάς από τους εξόχως ταλαντούχους Making Fuck, καθώς το περί ου ο λόγος A Harrowing End βρίθει συναισθημάτων και ξεχειλίζει από heavy ποιότητα, χάρη στην επιμονή και το απαράμιλλο μεράκι των δημιουργών του, οι οποίοι συνδύασαν εντυπωσιακά ταλέντο, φαντασία και μουσική οξυδέρκεια.

Όμως ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή και ας γνωριστούμε με τους Making Fuck, που σχηματίστηκαν από τον αρχηγό τους, Kory Quist σε κιθάρα και φωνή, στα μέσα του 2009 στην Γιούτα, εκεί όπου λίγα χρόνια αργότερα παρέα με την Jessica Bundy, η οποία επιμελήθηκε και το μαγευτικό artwork του παρθενικού τους πονήματος, στο τσέλο και τα φωνητικά και τον Anson Bishoff στα ντραμς, έγραψαν το εντυπωσιακά ωραίο A Harrowing End.

Μετά το πέρας των ηχογραφήσεων ο Levi Hana ανέλαβε το μπάσο και οι Jamison Garrido και Scott Wasilewski αντικατέστησαν σε ντραμς και τσέλο τους προαναφερθέντες προκατόχους τους, πλαισιώνοντας τον ιδρυτή τούτης της εξαίρετης μπάντας, ο οποίος ανέλαβε εξολοκλήρου και μάλιστα με ζηλευτή επιτυχία την παραγωγή του A Harrowing End προσφέροντας μια σφόδρα σαγηνευτική metal ζεστασιά στα εξαιρετικά heavy ταξίδια των Making Fuck.

Απάνεμα sludge ηχοχρώματα ερωτεύονται θανάσιμα τις αιθέριες doom πινελιές του A Harrowing End και μας ταξιδεύουν έτσι μες από τα οχτώ του κομμάτια συνολικής διάρκειας περίπου 50 λεπτών σε φέροντα ισχνές metal αιχμές αβυσσαλέας γοητείας heavy ηχοτοπία εκεί όπου οι έξοχοι Making Fuck διηγούνται μες από γαλήνια sludge περάσματα κι αιχμηρές doom μελωδίες ιστορίες για την ηθική κατάπτωση και την αχαλίνωτη παρακμή της ανθρωπότητας.

Φωνητικά παθιασμένα κι αισθαντικά πασπαλίζουν αρμονικά με την τραχιά και βραχνιασμένη τους χροιά με hardcore αρώματα το σχεδόν αβάσταχτα όμορφο A Harrowing End και συμβάλλουν σε αγαστή συνεργασία με τα λιγοστά samples στην ομαλή του ροή, στην οποία εξαιρετικά σημαντικό ρόλο παίζουν και τα δυναμικά ντραμς από τους ανερχόμενους Making Fuck, τα οποία ποτίζουν σωστά το αβυσσαλέα heavy τελικό σύνολο με groove δηλητήριο.

Είναι όμως η στιβαρή κιθάρα τους αυτή, που πλέκει συμπαγείς metal ρυθμούς και υφαίνει μελωδίες βάναυσα heavy, χάρη στον παχύρρευστο της χαρακτήρα, που παρασέρνει τα πάντα στο χειμαρρώδες διάβα της και συντροφεύει συνάμα εκπληκτικά το λυρικά θελκτικό τους τσέλο, που βυθίζει με την αέρινη του heavy μελαγχολία τα sludge στοιχεία του A Harrowing End και τα διάφανα drone ψήγματα των Making Fuck σε μια βαθιά κι αχανή θάλασσα doom οδύνης.

Σκοτεινά κι απόκοσμα θελκτικά είναι τα μάλλον ανεπαίσθητα post ρινίσματα του νοσταλγικά φρέσκου A Harrowing End και γεμάτες οργή και πόνο οι αχνές του hardcore σκιές, που διανθίζουν επιτυχώς την ηχητική του ποικιλία και μαρτυρούν σε συνδυασμό με τις drone λάσπες των Making Fuck, τόσο την ερεβώδη sludge τους έμπνευση, όσο και τις θλιμμένες τους και ανάγλυφες doom πινελιές, που καθιστούν εξόχως απολαυστικό το πρώτο τους άλμπουμ.

Ήταν, εν κατακλείδι, τα μέσα του περασμένου Μάρτη όταν κυκλοφόρησε κι άκουσα για πρώτη φορά τούτο το μαγευτικό doom άλμπουμ κι από τις πρώτες του κιόλας νότες με καθήλωσε κι έκτοτε δεν έχει περάσει ούτε μια μέρα δίχως να με στοιχειώνει το μεθυστικά σαγηνευτικό και σχεδόν αβάσταχτα γοητευτικό A Harrowing End από τους άκρως ελπιδοφόρους και πάρα πολλά υποσχόμενους Making Fuck, το οποίο θαρρώ, πως είναι το πλέον ειλικρινές, αλλά και τίμιο συνάμα sludge άκουσμα των τελευταίων κάμποσων ετών. Ακαταμάχητο.

Making Fuck: Bandcamp / Facebook
 

Πέμπτη 8 Σεπτεμβρίου 2016

Castle - Welcome To The Graveyard

 
Ήτανε το έτος 2009 όταν στο Σαν Φρανσίσκο των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής δημιουργήθηκαν από τον Mat Davis σε κιθάρα και φωνητικά, την Elizabeth Blackwell σε φωνή και μπάσο και από τον Al McCartney στα ντραμς, οι φοβεροί και σταθερά ανερχόμενοι Castle, οι οποίοι πριν λίγες εβδομάδες έβγαλαν δια μέσω της γερμανικής Van Records την αποτελούμενη από οχτώ κομμάτια συνολικής διάρκειας περίπου 35 λεπτών, νέα τους full length δουλειά υπό τον τίτλο Welcome To The Graveyard.
 
Λιτό κι απέριττο είναι το artwork της περί ου ο λόγος τέταρτης full length κυκλοφορίας από τους Castle, το οποίο μας βάζει όμως για τα καλά στην αχνής occult αποχρώσεων αισθητική τους, καθώς ταιριάζει γάντι με τον σκοτεινό metal ήχο και τους εμπνευσμένους από διάφορα βιβλία κι έργα μαγείας στίχους του Welcome To The Graveyard, η μεστή παραγωγή του οποίου στέκεται αγέρωχη και στιβαρή ακριβώς στο μεταίχμιο μεταξύ βάναυσης heavy διαύγειας κι αβυσσαλέας heavy metal βρωμιάς.
 
Αχνές αχτίδες βραχνάδας αγκαλιάζουν αρμονικά τα καθαρά φωνητικά των Castle στο έσχατο χρονικά πόνημα τους κι εντείνουν έτσι τα ισχνά τους 80's ψήγματα, τα οποία όμως γίνονται αντιληπτά κι από την αλλοτινών εποχών εποχών ενορχήστρωση του Welcome To The Graveyard, που μοιάζει βγαλμένη μες από 70's σκοτεινά heavy σοκάκια και είναι πιο απλή από τις πρότερες δουλειές των δημιουργών του κι αυτό θαρρώ, μαρτυρά την στόχευση τους σε πιο άμεσα metal ηχοχρώματα και rock ηχοτοπία.
 
Κοφτά κι αρκούντως βαριά είναι τα ορμητικά και συνάμα λυρικά riffs από την ατίθαση κιθάρα των Castle, η οποία σκορπά επικής γοητείας metal δηλητήριο στο μαγευτικό Welcome To The Graveyard και ορίζει εν πολλοίς την ηχητική του ταυτότητα, η οποία φέρει πυρακτωμένη την σφραγίδα των δημιουργών του, καθώς αυτοί έχουν χαλιναγωγήσει με δεξιοτεχνία και περισσή μαεστρία τις επιρροές τους, προσφέροντας μας μέσω της έμφυτης τους NWOBHM υφής, δροσερές στιγμές doom rock φρεσκάδας.
 
Ιδιαιτέρως ρωμαλέο και συμπαγές είναι το μπάσο των Castle σε τούτο τον δίσκο, στον οποίο και προσφέρει απλόχερα βάθος κι όγκο, χάρη στην υφέρπουσα fuzz ψυχεδέλεια, που διακρίνει το heavy εκτόπισμα του, ενώ στιβαρά είναι τα δυναμικά ντραμς,  τα οποία πασπαλίζουν με groove πυρίτιδα old school metal υφής το εθιστικό Welcome To The Graveyard, το οποίο ξεχωρίζει εκτός όλων των άλλων και για τα καλά κρυμμένα του thrash ρινίσματα, που κολακεύουν το κλασσικό του doom metal άρωμα.
 
Μαγικά φίλτρα παραδοσιακής heavy metal αύρας και με ισχυρή, αν και υφέρπουσα ως επί των πλείστων, τραχιά stoner ευωδία ποτίζουν επιτυχώς με κλασσικά doom rock αρώματα το μεθυστικό Welcome To The Graveyard και του χαρίζουν έτσι λυρικές 80's μυρωδιές ισχνής κι αόρατης thrash πνοής, που σε συνδυασμό με τα επικών αποχρώσεων, αν και ανεπαίσθητα 70's ψήγματα των τρομερών Castle, μας βυθίζουν σε μια σαγηνευτική κι απόκοσμα γοητευτική old school metal δίνη αμαρτωλής heavy ομορφιάς.
 
Εκτελεστική δεινότητα και συνθετικός οίστρος πλαισιώνουν αρμονικά την σκοτεινή φαντασία και την αχαλίνωτη έμπνευση των Castle στο νέο τους άλμπουμ και παρέα με το παλιακό rock ταλέντο και την έμφυτη τους metal ιδιοσυγκρασία προσφέρουν στο χορταστικό, παρά το σχετικά μικρό του δέμας, Welcome To The Graveyard σκληρές heavy αιχμές, καθιστώντας έτσι εξόχως απολαυστικό και τρομακτικά σαγηνευτικό το σχεδόν αβάσταχτης doom θελκτικότητας και λυρικά επικό τελικό μουσικό σύνολο.
 
Συμπερασματικά, έχω την αίσθηση, πως το νέο άλμπουμ από τους εξαιρετικά ταλαντούχους Castle, οι οποίοι στις αρχές του ερχόμενου Οκτώβρη θα περάσουν για δυο τουλάχιστον εμφανίσεις κι από τα μέρη μας στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής περιοδείας τους, αποτελεί την έως τώρα καλύτερη studio δουλειά τους, μιας και το παραμυθένια εφιαλτικό Welcome To The Graveyard βρίθει αγνής κι ανόθευτης doom rock ποιότητας και ξεχειλίζει πεπαλαιωμένης heavy metal υφής, συναισθήματα. Θαυμάσιο.
 
Van Records: Official Website
 

Τρίτη 6 Σεπτεμβρίου 2016

Possessor - Dead By Dawn

 
Στις metal εσχατιές του συνήθως βροχερού και γεμάτου υγρασία Λονδίνου σχηματίστηκαν οι ραγδαίως ανερχόμενοι Possessor στα μέσα του χειμώνα του 2013 από τρεις ιδιαιτέρως ταλαντούχους μουσικούς και πιο συγκεκριμένα από τον Marc Brereton στο μπάσο, τον Graham Bywater σε κιθάρα και φωνή και τον Matthew Radford στα ντραμς, οι οποίοι πρόσφατα κυκλοφόρησαν δίχως την εμπλοκή κάποιας δισκογραφικής την τέταρτη συνολικά και δεύτερη full length δουλειά τους υπό τον άκρως ταιριαστό με την αισθητική τους τίτλο: Dead By Dawn.
 
Περίπου 37 λεπτά διαρκούν συνολικά τα 9 φλογερά κι εκρηκτικά κομμάτια του χορταστικού κι άκρως απολαυστικού Dead By Dawn, η έντονης occult αύρα του οποίου, μαρτυρείται τόσο από το λάγνα horror υφής artwork του, που φανερώνει τις αχνές του slasher αποχρώσεις, όσο κι από τους αιματηρά sexy στίχους του, που διηγούνται αμαρτωλές ιστορίες βγαλμένες από τα πλέον ανήλιαγα σοκάκια του metal ήχου, τον οποίο οι φοβεροί Possessor εδώ έχουν εμπλουτίσει με γενναίες ποσότητες fuzz υστερίας, καθώς και με ισχυρές δόσεις heavy αλητείας.
 
Βαριά και κοφτερά riffs ξεχύνονται συνεχώς από την σκαιή κιθάρα των Possessor και μας ταξιδεύουν σε old school metal ηχοτοπία πασπαλισμένα άλλοτε με ισχνά κι αργόσυρτα thrash ψήγματα κι άλλοτε με σπιρτόζικα κι αιχμηρά doom ηχοχρώματα, αμφότερα εκ των οποίων αναδεικνύουν επιτυχώς, τόσο τα σχεδόν ανεπαίσθητα crust ρινίσματα, όσο και τις μάλλον ασθενικές death ευωδίας και black σαγήνης αποχρώσεις του εξαίρετου Dead By Dead και της διάφανης punk πυρίτιδας, που αν και καλά κρυμμένη, το διαπερνά στην ολότητα του.
 
Μεστό και ιδιαιτέρως δυναμικό είναι το συμπαγές και τραχύ rythm section των τρομερών Possessor στο νέο πόνημα τους, τα μπόσικα του οποίου κουμαντάρει με περισσή μαεστρία, χάρη στην ανόθευτη fuzz ενέργεια, που ξεπηδά συνεχώς από το μπάσο τους και τις ηλεκτρισμένες του χορδές και στην ρωμαλέα metal αδρεναλίνη από τα σπινθηροβόλα τους ντραμς, τα οποία ενισχύουν την ήδη ομαλή ροή του μυστηριώδους κι αβυσσαλέα θελκτικού Dead By Dawn με το σπιρτόζικο και σχεδον αβάσταχτα heavy κι έμφυτο τους groove.
 
Καθαρά μα πάντοτε διανθισμένα με το απαραίτητο γρέζι είναι τα σχεδόν ανεπαίσθητα βραχνιασμένα φωνητικά στο εξαιρετικό Dead By Dawn, τα οποία αποδίδουν με ανησυχητική πειθώ horror ευωδίας ιστορίες βαφτισμένες σε occult βάλτους και σε δηλητηριώδη slasher ύδατα, ενώ ειδικής μνείας θαρρώ, πως αξίζει και η αψεγάδιαστη παραγωγή του, η οποία ισορροπεί τέλεια μεταξύ fuzz διαύγειας κι old school metal βρωμιάς, απογειώνοντας έτσι με την μελωδική της αγριάδα τις νέες κι εύφλεκτες συνθέσεις των εξαιρετικών Possessor.
 
Ταμπεραμέντο NWOBHM αρώματος κι ασθενικό stoner μπρίο χαρακτηρίζουν εν πολλοίς τον παλιακό thrash υφής ήχο του Dead By Dawn και παχιές occult αναθυμιάσεις αναδύονται συνεχώς μες από τα doom rock ευωδίας fuzz σωθικά του, χαρίζοντας μας έτσι ένα ιδιαιτέρως διασκεδαστικό κι εξαιρετικά στιβαρό μείγμα heavy αποχρώσεων κι old school metal γεύσης, που εθίζει αισθήσεις και μυαλό με την ματωμένη slasher αρώματος ομορφιά του, ενώ συγχρόνως πυρακτώνει την μοναδική μουσική ταυτότητα των έξοχων Possessor. Φρικιαστικά όμορφο.
 
Possessor: Bandcamp / Facebook
 

Δευτέρα 5 Σεπτεμβρίου 2016

Worshipper - Shadow Hymns

 
Παρά το νεαρό της ηλικίας τους ως μπάντα οι ραγδαίως ανερχόμενοι κι άκρως ταλαντούχοι Worshipper από την Βοστόνη των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής έχουν ήδη πετύχει πολύ σημαντικά πράγματα στην ως τώρα σύντομη πορεία τους στα heavy δρώμενα, καθώς έχουν πρωτεύσει σε δυο διεθνείς rock και metal περιεχομένου διαγωνισμούς, ενώ οι Alejandro Necochea σε κιθάρα, John Brookhouse σε κιθάρα και φωνή, Dave Jarvis στα ντραμς και Bob Maloney σε φωνητικά και μπάσο, που απαρτίζουν τούτη την επιεικώς εξαίρετη μπάντα, έχουν ξεχωρίσει εκτός όλων των άλλων και για τις φλογερές τους live εμφανίσεις.
 
Θαρρώ λοιπόν ότι δεν θα πρέπει να αποτελεί έκπληξη το γεγονός, πως το παρθενικό τους full length άλμπουμ, που βγήκε πριν από λίγες ημέρες με την αρωγή της Tee Pee Records υπό τον τίτλο Shadow Hymns, έχει αποσπάσει μόνο θετικά και σε αρκετές περιπτώσεις ακόμη και θριαμβευτικά σχόλια, καθώς τα 8 του κομμάτια συνολικής διάρκειας 39 λεπτών, μας παρουσιάζουν με περισσή μαεστρία κι εύγλωττα τον συνθετικό κι εκτελεστικό οίστρο των Worshipper, που σε συνδυασμό με την ατίθαση τους φαντασία κι έμπνευση μας χαρίζουν rock ηχοτοπία, που ευωδιάζουν heavy φρεσκάδα κι αποπνέουν συνάμα metal οικειότητα.
 
Μελωδικά NWOBHM ηχοχρώματα κυριαρχούν στο μεθυστικό και παραμυθένια όμορφο Shadow Hymns, το οποίο χρωστά στις κιθάρες την ηλεκτρισμένη του doom rock ατμόσφαιρα και τα στιβαρά του riffs, τα οποία φέρουν στο πασπαλισμένο με αχνές occult αναθυμιάσεις σκαρί τους, κλασσικές metal πινελιές, ενώ άξιες ειδικής μνείας είναι οι λυρικές epic σταλαγματιές με τις οποίες οι φανταστικοί Worshipper έχουν επιτυχώς εμπλουτίσει χάρη στα διακριτικά τους ακουστικά περάσματα το σπάνιας ομορφιάς ντεμπούτο τους, το οποίο κάτι μου λέει ότι θα κλέψει τις εντυπώσεις με την απαράμιλλη του heavy γοητεία.
 
Ψήγματα βραχνάδας αχνοφαίνονται στα γαλήνια και πάντοτε καθαρά και παθιασμένα φωνητικά των Worshipper, τα οποία μας εξιστορούν με περισσή θεατρικότητα τους γεμάτους occult σκιές στίχους τους, ενώ το μεστό τους μπάσο προσφέρει βάθος κι όγκο στο εθιστικό Shadow Hymns, χάρη στα ισχνά του fuzz αρώματα και συνεργάζεται συγχρόνως άψογα με τα δυναμικά τους ντραμς, τα οποία κρατούν εύκολα κι εντυπωσιακά συνάμα τα μπόσικα του πρώτο τους δίσκου, στην ομαλή ροή του οποίου συμβάλλουν σημαντικά με το έμφυτο τους groove, ενισχύοντας έτσι συγχρόνως και τον ήδη σπιρτόζικο του rock χαρακτήρα.
 
Στιβαρή κι άκρως πολύτιμη για το τελικό μουσικό σύνολο είναι όμως και η αψεγάδιαστη παραγωγή του σχεδόν αβάσταχτα σαγηνευτικού Shadow Hymns, μιας κι αναδεικνύει με τρόπο μαγευτικό, χάρη στην εγγενή της διαύγεια την επικών διαστάσεων doom γοητεία του, η οποία οφείλει στα νοσταλγικά και συνάμα δροσερά NWOBHM στοιχεία των Worshipper, τόσο τις μάλλον ανεπαίσθητες stoner αποχρώσεις, όσο και τις ανάγλυφες της κλασσικές heavy metal πινελιές, οι οποίες με την σειρά τους είναι απόρροια της υφέρπουσας heavy μελαγχολίας, που διακρίνει τον σκληρό rock καμβά τούτης της υπέροχης μπάντας.
 
Τέλος, καλό θα ήτανε να έχετε κατά νου, πως το συμπαγές κι ονειρικής σαγήνης Shadow Hymns ξελογιάζει από το πρώτο του κιόλας άκουσμα αισθήσεις και μυαλό, χάρη στο αγνό κι ανόθευτο metal μεράκι των δημιουργών του, οι οποίοι με όπλο το εγγενές τους doom ταλέντο μας ταξιδεύουν δια μέσω των συναρπαστικών συνθέσεων του σε αμαρτωλής ομορφιάς και περιπετειώδη NWOBHM ηχοτοπία εκεί όπου η rock ποιότητα των εξαιρετικά πολλά υποσχόμενων Worshipper συναντά κι αγκαλιάζει σφιχτά τα epic αισθητικής ατοπήματα τους, προσφέροντας μας έτσι παρά πολύ δυνατές στιγμές heavy ευδαιμονίας. Σχεδόν ακαταμάχητο.
 
Worshipper: Bandcamp / Facebook
Tee Pee Records: Official Website