Το 2013 υπήρξε μια αρκετά περίπλοκη χρονιά για εμένα, μιας κι έπρεπε να κάνω πράγματα τα οποία ποτέ δεν φαντάστηκα, ενώ ο περιορισμένος ελεύθερος χρόνος δεν υπήρξε διαθέσιμος ούτε καν σε νορμάλ ποσότητες. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μου ξεφύγουν αρκετές από τις νέες κυκλοφορίες, τις οποίες άκουσα για πρώτη φορά πριν από λίγες μέρες, ενώ είχαν κυκλοφορήσει πριν κάμποσους μήνες, αλλά και κάποιες, που ακόμη δεν έχω καταφέρει να τσεκάρω. Όμως, για να μην πλατειάζω, παρακάτω είναι η λίστα με τους δίσκους, που άκουσα περισσότερο από ότι τους υπόλοιπους κατά τη διάρκειας τούτης της θνήσκουσας χρονιάς, που οσονούπω θα αποχαιρετήσουμε μια και καλή. Ελπίζω το 2013 να ήταν καλό για εσάς και εύχομαι το 2014 να είναι ακόμη καλύτερο από τον προγονό του σε όλες τις εκφάνσεις και τους τομείς. Χρονιά Καλά!
Ακόμη μια χρονιά έφτασε στο τέλος της κι ως είθισται τέτοιες μέρες δημοσιεύονται κάθε λογιών λίστες και ανασκοπήσεις. Δεν θα χαλάσουμε τούτη την παράδοση εδώ στη Phantasmagoria, καθώς τούτο το κείμενο αποτελεί την εισαγωγή για την λίστα με τα demos, eps, splits, αλλά και μερικά full lengths, που δεν έλαβαν την δημοσιότητα, που θαρρώ ότι τους άξιζε. Όπως και στα βινύλια έτσι κι εδώ, οι λίστες χωρίζονται σε δυο μέρη, καθώς θα ακολουθήσει και αυτή με τα full lengths συγκροτημάτων, που ήδη έχουν αναγνωριστεί. Ας περάσουμε όμως στο προκείμενο.
Δεν έχουν και πολύ καιρό, που σχηματίστηκαν οι προερχόμενοι από το Ιλινόις, Dirt Wizard, οι οποίοι κυκλοφόρησαν πριν λίγες μέρες την πρώτη τους δουλειά, ένα ep αποτελούμενο από 5 κομμάτια συνολικής διάρκειας 23 λεπτών περίπου, το οποίο φέρει τον τίτλο: No Son Of Mine.
Το εν λόγω ep διατίθεται από την σελίδα των Dirt Wizard στο bandcamp προς download σε όποια τιμή εσείς ορίσετε, ενώ μας προσφέρει πνιγμένες στο fuzz και την παραμόρφωση stoner μελωδίες, που διακρίνονται από αρκετά hard rock στοιχεία κι από κάμποσα sludge ψήγματα.
Τούτη η τετραμελής μπάντα βρίσκεται σε εξαιρετική φόρμα, καθώς το No Son Of Mine μαρτυρά περίσσιο συνθετικό ταλέντο και μουσικό μεράκι, μιας και παρά την φαινομενικά σκονισμένη του ηχητική υπόσταση, στις εκρηκτικές του συνθέσεις κρύβεται μπόλικη μαεστρία και μουσικότητα.
Οι κιθάρες σκαρώνουν σπιντάτα riffs σε ένα λασπωμένο stoner μοτίβο, το οποίο υποστηρίζεται άψογα από το στιβαρό rythm section, που αποτελείται από ένα βαφτισμένο στο fuzz μπάσο κι από τα εξόχως δυναμικά ντραμς, ενώ οι διαολεμένες διφωνίες απογειώνουν το No Son Of Mine.
Αχαλίνωτο groove διαπερνά τις συνθέσεις των Dirt Wizard, οι οποίοι θαρρώ, πως έχουν όλα τα φόντα για να καθιερωθούν στην heavy σκηνή, καθώς το πολύ καλό No Son Of Mine, που εκτός των άλλων διακρίνεται για τον αυθορμητισμό του, μας προσφέρει απλόχερα heavy διασκέδαση.
Με την συμπλήρωση ενός έτους από τον σχηματισμό τους οι προερχόμενοι από την Σόφια της Βουλγαρίας, Upyr, κυκλοφόρησαν την παρθενική τους δουλειά, που έχει demo μορφή και περιέχει 4 κομμάτια συνολικής διάρκειας περίπου 39 λεπτών, υπό τον τίτλο: Altars Tunnels.
Η εν λόγω κυκλοφορία είναι διαθέσιμη σε digital φορμάτ μέσα από το bandcamp των Upyr, οι οποίοι διαθέτουν και φυσικές κόπιες του demo σε cd, ενώ η επίσης βουλγάρικη και νεότευκτη underground δισκογραφική, Serpent Eve Records, προσφέρει το Altar Tunnels σε κασέτα.
Σκοτεινά doom/death ηχοτοπία αποτελούν το ηχητικό υπόβαθρο των Upyr, το οποίο διανθίζεται από γερές δόσεις καταθλιπτικού κι απόκοσμου συνάμα black metal, ενώ τα παραδοσιακά doom στοιχεία δεν λείπουν από το τελικό ηχητικό αποτέλεσμα, το οποίο και καθιστούν εντυπωσιακό.
Οι κιθάρες υφαίνουν αιχμηρά riffs και πλέκουν δηλητηριώδεις μελωδίες σε ένα αρχέγονο doom μοτίβο, την ίδια στιγμή, που το μπάσο ακροβατεί κάπου ανάμεσα στο death και το sludge, ενώ τα ντραμς ενισχύουν την βάναυση υφή του έξοχου Altar Tunnels με τη black τεχνοτροπία τους.
Τα φωνητικά του Altar Tunnels διακρίνονται για τη σχιστή brutal μορφή τους και τα έχοντα αχνά gothic στοιχεία καθαρά περάσματα τους, τα οποία σε συνδυασμό με τη γυναικεία παρουσία στην ακραία έκφανση τους, ερμηνεύουν με θεατρικότητα τους όχι και τόσο αισιόδοξους στίχους του.
Ανόθευτο doom καλυμμένο με ένα ανίερο και παγερό black πέπλο μας προσφέρουν οι Upyr στο θαυμάσιο για το είδος του Altars Tunnels, που αποτελεί εξαιρετικό δείγμα της σάπιας έκφανσης του ακραίου heavy ήχου, επιβεβαιώνοντας έτσι, πως εδώ είναι Βαλκάνια, δεν είναι παίξε γέλασε.
Πριν από έναν περίπου χρόνο σχηματίστηκαν οι Γερμανοί κι ελπιδοφόροι Sonora Ritual, οι οποίοι το περασμένο καλοκαίρι κυκλοφόρησαν την παρθενική τους δουλειά, ένα full length δίσκο αποτελούμενο από 8 κομμάτια συνολικής διάρκειας 44 λεπτών με τίτλο: Worship The Sun, τον οποίο διαθέτουν προς δωρεάν download μέσα από την προσωπική τους σελίδα στο bandcamp.
Η αψεγάδιαστη παραγωγή του Worship The Sun είναι αποκλειστική ευθύνη των δημιουργών του, καθώς αυτοί φρόντισαν για εκείνη, με αποτέλεσμα όλες οι συνθέσεις του δίσκου να βρίθουν διαύγειας, ενώ η μουσική των Sonora Ritual, που στηρίζεται σε ένα πασπαλισμένο με desert ηχοχρώματα stoner ύφος, περιέχει αρκετά doom ψήγματα κι έντονα ψυχεδελικά blues στοιχεία.
Οι κιθάρες σκαρώνουν θηριώδη riffs γεμάτα fuzz σκόνη πάνω σε έναν βαλτώδη stoner καμβά, τον οποίο ντύνουν υπέροχα με τα φέροντα ένα μεθυστικό desert άρωμα leads και solos, που στολίζουν τις blues πινελιές του ατίθασου μπάσου, ενώ τα ντραμς προσδίδουν groove και ρυθμό στη heavy ψυχεδέλεια του δίσκου, που κερδίζει hard rock στοιχεία από τα εξαιρετικά φωνητικά.
Το έντονο desert ηχόχρωμα των Sonora Ritual υπερκαλύπτει με την υφέρπουσα και υγρή του υφή τον τραχύ stoner χαρακτήρα της μουσικής τους και συγχρόνως αναδεικνύει τις ψυχεδελικές πινελιές του Worship The Sun, καθώς τονίζει με την εθιστική του αύρα τις blues αναφορές του δίσκου, ενώ φέρνει στη λασπώδη επιφάνεια του, τα αχνά doom στοιχεία, που το απογειώνουν.
Έναν από τους καλύτερους heavy rock δίσκους της τρέχουσας χρονιάς κυκλοφόρησαν οι πάρα πολλά υποσχόμενοι Sonora Ritual, που μας προσφέρουν ένα ιδιαιτέρως απολαυστικό άκουσμα γεμάτο ηχητική περιπέτεια, καθώς το ειλικρινά εκπληκτικό Worship The Sun, που αποτελεί μια από τις πιο εντυπωσιακές εκπλήξεις του έτους, θα σας μαγέψει με την απαράμιλλη ομορφιά του.
Δύο από τις πλέον ελπιδοφόρες κι ανερχόμενες μπάντες της ελληνικής underground σκηνής, οι προερχόμενοι από την Πάτρα Fields Of Locust και οι έχοντες ως βάση τους την πρωτεύουσα Mass Culture, κυκλοφόρησαν πριν από λίγες μέρες ένα εκπληκτικό από κάθε άποψη Split δίσκο, τον οποίο προσφέρουν δωρεάν από τις σελίδες τους στο bandcamp, ενώ η έκδοση σε 12" βινύλιο, αποτελεί ένα από τα καλύτερα δώρα, που μπορείτε να κάνετε στον εαυτό σας.
Καταρχάς, το εξαιρετικό και εντυπωσιακά λεπτομερές artwork του Split, το οποίο φιλοτέχνησε με περίσσιο μεράκι ο Admc07, μας βάζει για τα καλά στο νοσηρό ηχητικό του κλίμα, μιας και ταιριάζει υπέροχα, τόσο με τους γεμάτους ψυχρό ρεαλισμό και κριτική στίχους, όσο και με τις άλλοτε αιθέριες κι άλλοτε καταχθόνιες συνθέσεις του Split, η γεμάτη drone ηχοχρώματα sludge ραχοκοκαλιά των οποίων, διανθίζεται από έντονα post ψήγματα, αλλά κι από folk ρινίσματα.
Η πρώτη πλευρά του Split αποτελείται από 3 συνθέσεις των σχηματισμένων το 2011 κάπου μεταξύ Τρίπολης και Σπάρτης Mass Culture κι η δεύτερη από 2 κομμάτια των δημιουργημένων το 2008 Fields Of Locust, ενώ η συνολική διάρκεια των 5 αγγίζει τα 35 λεπτά, κατά τη διάρκεια των οποίων και οι δύο μπάντες προλαβαίνουν να μας συναρπάσουν, τόσο με τις ερεβώδεις sludge μελωδίες τους, όσο και με τους ξεχειλίζοντες αρμονία post hardcore βρυχηθμούς τους.
Τα αχνά folk ψήγματα με τα οποία τούτο το εξαιρετικό Split είναι πασπαλισμένο, καθιστούν τις ανάγλυφες post πινελιές του σαγηνευτικές, καθώς προσδίδουν μια αέρινη αύρα στις γεννημένες σε αχανείς heavy ηχητικούς υπονόμους συνθέσεις, που φέρουν στο λαβωμένο τους κουφάρι τα σημάδια από την ανάπτυξη του τόπου, στον οποίο έτυχε να ζούμε, ενώ η φρέσκια ηχητική τους υπόσταση ευωδιάζει σαπίλα, όπως ακριβώς η νέα γενιά του εγχώριου αδέκαστου συστήματος.
Η οπτική πάνω στα τεκταινόμενα των τελευταίων ετών διαφέρει αναλόγως τις πεποιθήσεις και τα μυαλά, αλλά το αποτέλεσμα όλα αυτά τα χρόνια παραμένει ίδιο κι απαράλλαχτο ως προς την συντριπτική πλειοψηφία, οπότε ακούσματα σαν κι ετούτο το εκπληκτικό Split και μπάντες όπως οι Fields Of Locust και οι Mass Culture, που δεν μασάνε τα λόγια τους, μόνο καλό μπορεί να κάνουν στη ντόπια σκηνή, καθώς ο αγνός κι ανόθευτος τρόπος τους, δείχνει το σωστό δρόμο.
Με λίγα λόγια, εάν δεν ανήκετε σε αυτούς, που θέλουν το καλό μας και τυγχάνει συγχρόνως να γουστάρετε τα ακραία heavy ακούσματα, τότε το νεότευκτο Split μεταξύ των Fields Of Locust και των Mass Culture, αποτελεί μια εξαιρετική επιλογή για εσάς, καθώς συνδυάζει αιχμηρούς στίχους με τρομερό artwork, ενώ περιέχει κάποιες από τις καλύτερες μελωδίες του έτους, μιας κι όλες του οι συνθέσεις, ξεχειλίζουν ταλέντο και συνθετικό μεράκι. Επενδύστε και δεν θα χάσετε.
Από το Κονέκτικατ της Αμερικής προέρχονται οι γεννημένοι το 2007 κι άκρως ελπιδοφόροι Curse The Son, που απαρτίζονται από τους Cheech στο μπάσο, Charles Nicholas στα ντραμς και σε κιθάρα και φωνή τον Ron Vanacore, οι οποίοι κυκλοφόρησαν φέτος το αποτελούμενο από 6 κομμάτια συνολικής διάρκειας 31 λεπτών, δεύτερο full length τους, με τίτλο: Psychache.
Ο εν λόγω δίσκος καταδεικνύει την αλματώδη πρόοδο του συγκροτήματος σε όλους τους τομείς και ξεχωρίζει για την εμφανώς βελτιωμένη, σε σχέση με τον πρόγονο του, παραγωγή, η οποία είναι τραχιά και συγχρόνως προσδίδει βάθος, όγκο και διαύγεια στις συνθέσεις του άλμπουμ, οι οποίες κινούνται σε διανθισμένα από ανάγλυφα doom ηχοχρώματα, σκοτεινά stoner ηχοτοπία.
Χαμηλά κουρδισμένα riffs πλέουν σε ένα λυσεργικό doom κύμα, που φέρει στον αφρώδη βυθό του stoner λασπουριά και προσκρούει με νωχελική βία πάνω στο σχεδόν απόκοσμο και φέρον σε στιγμές traditional doom στοιχεία, μπάσο, το οποίο σιγοντάρει τα δυναμικά ντραμς, που γεμίζουν τον πυκνό και γεμάτο fuzz ήχο της μπάντας, με μπόλικο groove και με funk ψήγματα.
Η υφέρπουσα ψυχεδέλεια του υποφαινόμενου ακούσματος φέρει μια αχνή αίσθηση παράνοιας από τα ελάχιστα samples, μα κυρίως από τους αλλόκοτους στίχους του, που με περίσσιο πάθος και θεατρικότητα αποδίδουν τα ταιριαστά με το πνιχτό τελικό ηχητικό αποτέλεσμα, φωνητικά, τα οποία απογειώνουν τούτο το ερεβώδες και σερνόμενο σε αχανείς heavy βάλτους psych θεριό.
Εάν γουστάρετε ηχοτοπία γεμάτα καπνούς και μπουκωμένα ηχοχρώματα θαρρώ, πως δεν θα βρείτε τίποτα καλύτερο στο είδος για το έτος 2013 από το Psychache των Curse The Son, που διατίθεται σε τιμή, που εσείς θα ορίσετε στη σελίδα τους στο bandcamp, καθώς θα σας μαγέψει με τις οπιούχες μελωδίες του και την δηλητηριώδους ομορφιάς, μεθυστική του υφή. Εθιστικό.
Το 2010 κάπου στην Βαυαρία της Γερμανίας δημιουργήθηκαν οι Spocaine, που κυκλοφόρησαν πριν από έναν μήνα περίπου την παρθενική τους δουλειά, ένα ομώνυμο full length άλμπουμ αποτελούμενο από 9 κομμάτια συνολικής διάρκειας περίπου 52 λεπτών, το οποίο οι ταλαντούχοι δημιουργοί του προσφέρουν ως δωρεάν download μέσα από την σελίδα τους στο bandcamp.
Τούτη η ανερχόμενη κι αρκετά ελπιδοφόρα μπάντα, που κινείται σε ένα τραχύ κι αλήτικο stoner μοτίβο με αχνά sludge ψήγματα, απαρτίζεται από τον Patrick Weber στην κιθάρα, τα αδέρφια Florian και Tim Rauch στη φωνή και τα ντραμς αντίστοιχα, τον Jorin Gundler στο μπάσο και τον πολυτάλαντο Andre Stefan στην κιθάρα, στους στίχους, στο artwork και στην παραγωγή.
Η μουσική των Spocaine στηρίζεται σε ένα σπιντάτο stoner υπόβαθρο, που είναι εμποτισμένο με μπόλικα μα αχνά sludge στοιχεία, τα οποία πλαισιώνουν υπέροχα τη σχεδόν ανεπαίσθητη metal αύρα της μπάντας, ενώ τα λιγοστά doom ρινίσματα, που υφέρπουν στον φέροντα blues πινελιές fuzz ήχο της, ταιριάζουν θαυμάσια με την ψυχεδελική υφή του groove χαρακτήρα της.
Οι κιθάρες υφαίνουν τραχιά riffs σε ένα μεθυσμένο heavy rock μοτίβο, το οποίο διανθίζουν με Southern αισθητικής leads και παθιασμένα hard rock ύφους solos, ενώ το funky σε στιγμές μπάσο, ενισχύει το άπλετο groove των δυναμικών ντραμς, το οποίο κατακλύζει τις εκρηκτικές stoner συνθέσεις του Spocaine, που είναι διανθισμένες με παθιασμένα φωνητικά γεμάτα γρέζι.
Τίποτα το ρηξικέλευθο στον ήχο των Spocaine, όμως αυτό δεν σημαίνει, πως το ομώνυμο και άρτια δουλεμένο σε όλα τα επίπεδα άλμπουμ τους, δεν είναι σφόδρα απολαυστικό, το αντίθετο μάλιστα, καθώς με αυτό μας προσφέρουν αρκούντως heavy συνθέσεις γεμάτες stoner τσαγανό, που ξεχειλίζουν αδρεναλίνη κι ενέργεια. Λάτρεις του απλού, κλασικού heavy ήχου, σπεύσατε.
Προς τα τέλη του 2012 δημιουργήθηκαν οι Void Droid, που εδρεύουν στην Πάτρα και οι οποίοι απαρτίζονται από τον Ανδρέα στην κιθάρα και στα φωνητικά, τον Bill Herra στην κιθάρα, τον Ulmo στο μπάσο, που προσφάτως αντικατέστησε τον Άγγελο, αλλά και τον Χάρη στα ντραμς.
Τούτη η γεμάτη ενέργεια μουσική παρέα από την Αχαΐα, κυκλοφόρησε φέτος την παρθενική της δουλειά, ένα ομώνυμο με αυτή demo συνολικής διάρκειας 14 λεπτών περίπου, που αποτελείται από 3 εξαιρετικά δυναμικά κι έχοντα έντονα Southern metal ψήγματα κομμάτια, σε stoner ύφος.
Οι κιθάρες παράγουν ποτισμένα στο fuzz και το αλκοόλ riffs, καθώς και μεθυσμένα solos και leads, τα οποία συντροφεύει πιστά το ατίθασο μπάσο, που συγκροτεί ένα απίστευτα groovy κι εκρηκτικό rythm section με τα ντραμς, ενώ τα τραχιά φωνητικά, ξεχωρίζουν για το γρέζι τους.
Στίχοι με πολλά βιώματα και μπόλικους συμβολισμούς ερμηνεύονται με περίσσιο πάθος και heavy rock ηχοτοπία λεηλατούνται από την υφέρπουσα αλητεία, που ξεχειλίζει από τη Southern αύρα των πασπαλισμένων με ηχητική πυρίτιδα stoner ηχοχρωμάτων του υποφαινόμενου demo.
Ελπίζω κι εύχομαι οι άκρως ελπιδοφόροι Void Droid να συνεχίσουν με την ίδια θέρμη αυτό, που πριν από περίπου ένα χρόνο ξεκίνησαν να κάνουν, καθώς το ομώνυμο demo τους αποδεικνύει, πως έχουν όλα τα φόντα για να ξεχωρίσουν. Επισκεφθείτε το bandcamp τους και δεν θα χάσετε.
Από την Δυτική Βιρτζίνια των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής προέρχονται οι δημιουργημένοι το 2011 και εξαιρετικά ταλαντούχοι Brimstone Coven, οι οποίοι κυκλοφόρησαν πριν από έναν μήνα περίπου την δεύτερη δουλειά τους, έναν full length δίσκο αποτελούμενο από 10 κομμάτια συνολικής διάρκειας 47 λεπτών, που φέρει τον σαφέστατο και ιδιαιτέρως ευφάνταστο τίτλο, II.
Η εν λόγω μπάντα απαρτίζεται από τέσσερις ικανότατους μουσικούς, που σε τούτο το άκουσμα δίνουν τον καλύτερο τους εαυτό, καθώς μας παρουσιάζουν vintage αισθητικής συνθέσεις μέσα από ένα μοντέρνο blues πρίσμα, το οποίο φροντίζουν να διανθίσουν με αχνές occult πινελιές κι ανεπαίσθητα country στοιχεία, ενώ stoner ηχοχρώματα πασπαλίζουν το doom υπόβαθρό τους.
Η αρκούντως heavy κιθάρα δημιουργεί riffs, άλλοτε σε doom rock φόντο κι άλλοτε σε κλασσικό hard rock ύφος με μπόλικο retro άρωμα, ενώ υφαίνει solos βαφτισμένα στην prog ψυχεδέλεια αλλοτινών ηχητικών εποχών, εγκαθιστώντας έτσι το κατάλληλο ηχητικό πλαίσιο μέσα από το οποίο, αναδεικνύονται υπέροχα τα αισθαντικά φωνητικά, που ερμηνεύουν θολές occult ιστορίες.
Το μεστό μπάσο γεμίζει υπέροχα τις συνθέσεις με την γλυκιά και ξεχειλίζουσα ζεστασιά ηχητική του υπόσταση και σιγοντάρει θαυμάσια τις αμυδρές country ανησυχίες τις κιθάρας, καθώς και τα εξόχως δυναμικά ντραμς, που προσδίδουν άπλετο groove στο τελικό ηχητικό αποτέλεσμα, το οποίο στολίζουν με κλασική rock ανεμελιά, απογειώνοντας έτσι τις blues υπόνοιες του δίσκου.
Ο οργανικός χαρακτήρας των Brimstone Coven αναδεικνύεται υπέροχα από την αψεγάδιαστη παραγωγή του II και αυτό έχει ως αποτέλεσμα το υποφαινόμενο άκουσμα να αποτελεί ένα πολύ καλό σημάδι για το μέλλον των δημιουργών του, αλλά και μια εκλεπτυσμένη κι εξόχως ποιοτική έκφανση του vintage αύρας heavy ήχου. Λάτρεις της αγνής rock νοσταλγίας, σπεύσατε. Άψογο.
Σχεδόν πέντε χρόνια ζωής μετρούν οι προερχόμενοι από τις Σέρρες, Tuber, οι οποίοι πριν από λίγες μέρες κυκλοφόρησαν τη νέα τους δουλειά, η οποία αποτελείται από 6 κομμάτια συνολικής διάρκειας περίπου 43 λεπτών και φέρει τον τίτλο: Desert Overcrowded. Ο Γιάννης, ο Πάρις, ο Νίκος κι ο έτερος Γιάννης, επιχειρούν μέσω του εκπληκτικού νεότευκτου πονήματος τους, να καθιερωθούν ως μια από τις πλέον ελπιδοφόρες μπάντες του ατμοσφαιρικού heavy rock ήχου και τολμώ να ισχυριστώ, πως η επιτυχία τους στο εγχείρημα, είναι απλώς και μόνο θέμα χρόνου.
Μεγάλα λόγια ίσως σκεφτείτε, αλλά μάλλον θα πρέπει να κάνετε την χάρη στον εαυτό σας και να ακούσετε το συντομότερο το Desert Overcrowded, το οποίο αποτελεί ένα πραγματικό διαμάντι για τον ευρύτερο heavy χώρο, καθώς οι αιθέριες stoner μελωδίες του μοιάζουν να είναι αγγελικά πλασμένες, μιας και η εξολοκλήρου instrumental υπόσταση τους, που βρίθει από μεράκι και συνθετικό τσαγανό, περιέχει γενναίες ποσότητες groove ψυχεδέλειας και fuzz νότες σε post rock φόντο, που καθιστούν τον ξεθωριασμένο desert χαρακτήρα των Tuber, εξαιρετικά απολαυστικό.
Οι κιθάρες υφαίνουν riffs σε stoner μοτίβο με άλλοτε έντονες κι άλλοτε αχνές desert πινελιές και ποτίζουν τον αρκούντως heavy καμβά του Desert Overcrowded με ρομαντικής rock αισθητικής leads και solos, που καθιστούν το εν λόγω άκουσμα σχεδόν εθιστικό, με την ονειρική τους υφή, ενώ το μεστό μπάσο σιγοντάρει με τρόπο ουσιαστικό, τόσο τις περιπετειώδεις και ταξιδιάρικες κιθάρες, όσο και τα δυναμικά ντραμς, που πλαισιώνουν υπέροχα το τελικό ηχητικό αποτέλεσμα, διανθίζοντάς το με μια ανεπαίσθητη rock 'n' roll αύρα, που αναδεικνύει το ταλέντο των Tuber.
Δεν ξέρω αν το πείσμα είναι η κινητήριος δύναμη πίσω από την αλματώδη πρόοδο τούτης της πάρα πολλά υποσχόμενης μπάντας ή αν μόνο η απαράμιλλη αγάπη τους για την μουσική τους οδηγεί, αλλά οι Tuber πετυχαίνουν με το καταπληκτικό Desert Overcrowded να κατανικήσουν τις δυσκολίες και τους περιορισμούς, που η εγχώρια επαρχία καλώς ή κακώς γεννά και ως εκ τούτου, μας προσφέρουν ένα από τα καλύτερα heavy ακούσματα της τρέχουσας χρονιάς αλλά και των τελευταίων ετών. Δύσκολα θα βρείτε καλύτερο γιορτινό δώρο για τον εαυτό σας. Εύγε.
Το Λονδίνο έχουν ως βάση τους οι δημιουργημένοι το 2009 Βρετανοί, Age Of Taurus, οι οποίοι στο τέλος της περασμένης Άνοιξης, κυκλοφόρησαν μέσω της επίσης βρετανικής και ιδιαιτέρως φημισμένης, Rise Above Records, την δεύτερη δουλειά τους, μα πρώτη με full length μορφή, καθώς είχε προηγηθεί ένα demo το 2010, με τίτλο: Desperate Souls Of Tortured Times.
Ο εν λόγω δίσκος αποτελείται από 7 κομμάτια συνολικής διάρκειας 42 λεπτών και πλαισιώνεται υπέροχα από τον πίνακα του 1803 με τίτλο An Avalanche in the Alps του Βρετανού Philip James de Loutherbourg, που αναδεικνύει με τον καλύτερο τρόπο την μοντέρνας αισθητικής old school μουσική του, καθώς και τους άκρως ταιριαστούς με την κλασική doom υφή του, στίχους του.
Η μουσική του Desperate Souls Of Tortured Times στηρίζεται σε ένα άκρως κολακευτικό για την ίδια heavy metal υπόβαθρο, το οποίο προέρχεται από την κλασσική περίοδο τούτης της μουσικής, ενώ ξεδιπλώνει τον εξόχως πλούσιο σε κάθε λογής έντονα συναισθήματα κι επικής αύρας κορμό της, πάνω σε ένα άκρως απολαυστικό traditional doom μοτίβο με metal αιχμές.
Κοφτά riffs σε παραδοσιακό doom ύφος με κυρίαρχο το epic αίσθημα ξεπηδούν σε όλη την διάρκεια του δίσκου από τις κιθάρες των Alastair Riddell και Toby Wright, ενώ τα φωνητικά του τελευταίου αποδίδουν θαυμάσια τους γεμάτους φαντασία στίχους και συνάμα πλαισιώνουν υπέροχα τα μεθυστικά leads και τα πωρωτικά solos του Desperate Souls Of Tortured Times.
Το μπάσο του Richard Bruce ακούγεται πεντακάθαρα σε όλη την διάρκεια του άλμπουμ και αυτό είναι ακόμη ένας λόγος για να εισπράξει τα εύσημα, που της αξίζουν, η αψεγάδιαστη παραγωγή του Jaime Gomez Arellano, ενώ συχνά πυκνά οδηγεί τις συνθέσεις με το ατίθασο τέμπο του, το οποίο συντροφεύει πάντα ιδανικά, τα δυναμικά ντραμς του Darius Claydon.
Καμία ηχητική πρωτοτυπία δεν συνοδεύει τούτο το εξαιρετικά προσεγμένο από κάθε άποψη άκουσμα, μιας και τα πάντα σε αυτό μοιάζουν να έχουν γίνει με γνώμονα την αγάπη για την πιο αγνή και ίσως αρχέγονη σε στιγμές, μορφή της doom μουσικής, η οποία δεν ξεχωρίζει για τα ψυχεδελικά stoner ψήγματα της, αλλά για τα πρωτόγονα κι επικά heavy metal στοιχεία της.
Εάν λοιπόν ψάχνετε ένα παραδοσιακό doom άκουσμα, τότε δεν έχετε παρά να τσεκάρετε το συντομότερο δυνατόν το παρθενικό άλμπουμ των Age Of Taurus, το οποίο αποτελεί έναν από τους καλύτερους δίσκους της χρονιάς στο είδος του, ενώ συγχρόνως το πραγματικά περίφημο Desperate Souls Of Tortured Times, αφήνει πολλές υποσχέσεις για το μέλλον τους. Έξοχο.
Δεν έχουν συμπληρώσει έναν χρόνο ζωής ακόμη οι Αμερικάνοι King Buffalo, που προέρχονται από τη Νέα Υόρκη κι απαρτίζονται από τους Randall Coon σε κιθάρα / φωνητικά, Sean McVay σε κιθάρα και φωνητικά, Scott Donaldson στα ντραμς και Dan Reynolds σε μπάσο / φωνητικά.
Η εν λόγω εξόχως ταλαντούχα μπάντα, κυκλοφόρησε στα μέσα του περασμένου Νοέμβρη την παρθενική της δουλειά με τον λίαν επεξηγηματικό, όσον αφορά την μορφή της τίτλο, Demo, η οποία αποτελείται από 3 θαυμάσια κομμάτια, η συνολική διάρκεια των οποίων είναι 23 λεπτά.
Η ηχογράφηση του Demo έλαβε χώρα στο στούντιο, που η μπάντα χρησιμοποιεί για τις πρόβες της και διήρκεσε δύο μόλις ήμερες, ενώ μάλλον σε αυτό το γεγονός οφείλεται η οργανική αύρα των συνθέσεων κι ο αυθορμητισμός, που ξεπηδά μέσα από την ψυχεδελική heavy υφή τους.
Οι κιθάρες υφαίνουν αέρινες μελωδίες με νέο-ψυχεδελικό χρώμα και πλέκουν riffs γεμάτα fuzz σε ένα αχνό stoner μοτίβο, το οποίο διανθίζεται με blues πινελιές από το μεστό μπάσο, αλλά και με γενναίες ποσότητες groove από τα έχοντα ένα σχεδόν ανεπαίσθητο psych άρωμα, ντραμς.
Τα φωνητικά συμβάλουν με την αιθέρια διαύγεια τους στην ονειρική αίσθηση του παρθενικού Demo των πολλά υποσχόμενων King Buffalo, ο ελαφρώς jam χαρακτήρας του οποίου, διαθέτει αρκετά άκρως κολακευτικά για τα έχοντα ψήγματα americana κομμάτια του, doom ηχοχρώματα.
Εάν λοιπόν γουστάρετε τον ήχο του νέου κι ευρισκόμενου σε άνθιση τα τελευταία χρόνια heavy psych κύματος, δεν έχετε παρά να επισκεφθείτε την σελίδα των King Buffalo στο bandcamp και να κατεβάσετε δωρεάν το θαυμάσιο Demo τους, οι μελωδίες του οποίου μαγεύουν τις αισθήσεις.
Εν ολίγοις, η ανυπομονησία για μια full length κυκλοφορία από τους King Buffalo, πάνω στην οποία θαρρώ, πως δεν θα αργήσουν να ξεκινήσουν τις εργασίες, είναι τεράστια, καθώς το εκπληκτικό τους Demo, είναι εξόχως εθιστικό. Λάτρεις του ευρύτερου heavy ήχου, σπεύσατε.
Οι δημιουργημένοι το 2008 στην Βαρσοβία της Πολωνίας, Obscure Sphinx, που απαρτίζονται από την Wielebna στα φωνητικά και τα samples, τον Yony, αλλά και τον Olo στις κιθάρες, τον Blady στο μπάσο και τον Werbel στα ντραμς, αποτελούν μια από τις πιο ενδιαφέρουσες metal μπάντες του ευρύτερου heavy χώρου, καθώς ο συναισθηματικά βάναυσος μουσικός της καμβάς, συνδυάζει άψογα βαθιά doom ηχοχρώματα κι απαλές progressive πινελιές με αχαλίνωτα μουντά sludge ηχοτοπία κι έντονα γκρίζα post στοιχεία ζωγραφίζοντας έτσι εφιαλτικά όμορφες μελωδίες.
Για του λόγου το αληθές, δεν έχετε παρά να ακούσετε το δεύτερο πόνημα των Obscure Sphinx, το οποίο κυκλοφορεί υπό τον τίτλο: Void Mother και στα περίπου 68 λεπτά της συνολικής του διάρκειας, μας παρουσιάζει ένα εξαιρετικά απολαυστικό heavy υβρίδιο μέσα από τα 9 κομμάτια του, που ξεχειλίζει συναίσθημα κι εκτελεστική μαεστρία, καθώς επίσης κι αγνό μεράκι, μιας και τα πάντα, από το οπτικό του κομμάτι έως την παραγωγή του, είναι τόσο καλά και λεπτομερώς φροντισμένα, που σχεδόν δεν υπάρχει κανένα ψεγάδι σε τούτο το επιεικώς εκπληκτικό άκουσμα.
Ο μεγαλειώδης ήχος του Void Mother, που αποτελεί απόρροια της αψεγάδιαστης κι επιβλητικής συνάμα παραγωγής του, είναι αρκούντως διαυγής κι ογκώδης και προσδίδει ένα αχνό αίσθημα απειλής στις συνθέσεις, που ταιριάζει υπέροχα με τους σκοτεινούς και φέροντες μια υφέρπουσα παράνοια στίχους των Obscure Sphinx, τους οποίους η τραγουδίστρια τους με ανατριχιαστική πειθώ ερμηνεύει, καθώς τα πάντα παθιασμένα φωνητικά της, άλλοτε ακροβατούν με καθαρή χροιά ανάμεσα στην σχιζοφρένεια και την οδύνη κι άλλοτε αγριεύουν παίρνοντας brutal υφή.
Η βαθιά σπαρακτική τους υπόσταση πλαισιώνεται υπέροχα από τις ζοφερές κι ονειρικά θλιβερές μελωδίες της κιθάρας, που υφαίνει εύθραυστα leads κι αιθέρια solos πασπαλισμένα με μπόλικη μελαγχολία, ενώ η έτερη κιθάρα πλέκει μεγαλοπρεπή riffs, άλλοτε σε αγνό doom ύφος κι άλλοτε σε prog ρυθμούς, τα οποία διανθίζονται με αιχμηρά sludge ψήγματα από το πνιγμένο στο fuzz και μεστό μπάσο των Obscure Sphinx, που συνεργάζεται αρμονικά με τα δυναμικά ντραμς, τα οποία στάζουν groove σε κάθε τους χτύπημα, είτε αυτό έχει tribal άρωμα είτε μιλιταριστική αύρα.
Το διαφανές κι εξόχως βαρύ post πέπλο, που καλύπτει τη πολύ καλά κρυμμένη metal αισθητική του Void Mother, πλημμυρίζει τον γδαρμένο doom ψυχισμό του με ατμοσφαιρικά και γεννημένα σε μια αχανή συναισθηματική άβυσσο sludge ηχοχρώματα, που αναδεικνύουν με τον καλύτερο τρόπο τα σχεδόν ανεπαίσθητα prog ηχοτοπία των εξαιρετικά ταλαντούχων Obscure Sphinx, τα οποία ολοκληρώνουν εντυπωσιακά τούτο τον απολαυστικό ηχητικό λαβύρινθο, η έξοχη ροή του οποίου, αναδεικνύει υπέροχα τον άκρως ποιοτικό κι απαράμιλλα πλούσιο heavy χαρακτήρα του.
Εν ολίγοις, εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα θαυμάσιο άκουσμα, που θα κατακτήσει τις καρδιές των απανταχού φίλων των συναισθηματικά extreme εκφάνσεων του heavy ήχου και το οποίο θα χαρίσει στους άκρως ελπιδοφόρους κι υπερβολικά πολλά υποσχόμενους δημιουργούς του, τόσο την αναγνώριση, όσο και την ώθηση, που αξίζουν, καθώς εάν δεν το ψυλλιαστήκατε ως τώρα, το φανταστικό από όλες τις απόψεις Void Mother των ανερχόμενων Obscure Sphix, είναι από τα άλμπουμ εκείνα, η ακρόαση των οποίων αποτελεί βίωμα. Ανείπωτης ποιότητας, ειλικρινά. Εύγε.
Πριν από έναν χρόνο περίπου γεννήθηκαν οι ταλαντούχοι Αμερικάνοι Doctor Smoke, οι οποίοι κυκλοφόρησαν το περασμένο καλοκαίρι την έχουσα demo μορφή, παρθενική τους δουλειά, με τον κατατοπιστικό τίτλο: Demo 2013. Η εν λόγω κυκλοφορία, που διατίθεται προς δωρεάν download μέσα από την σελίδα τους στο bandcamp, αποτελείται από 4 δυναμικά κομμάτια, ένα εκ των οποίων αποτελεί διασκευή στους Pentagram, συνολικής διάρκειας περίπου 16 λεπτών.
Οι κιθάρες των Steve Lehocky και Matt Tluchowski σκαρώνουν riffs γεμάτα ενέργεια πάνω σε ένα απολαυστικό doom μοτίβο, ενώ τα φωνητικά του τελευταίου, προσδίδουν μια κολακευτική για τις συνθέσεις occult αύρα στο τελικό ηχητικό αποτέλεσμα, το οποίο ο Dave Trikones μέσω των δυναμικών του ντραμς διανθίζει με γενναίες δόσεις groove, την ίδια στιγμή, που το μπάσο του Cody Cooke στολίζει τις γεμάτες fuzz συνθέσεις του Demo 2013 με τη stoner αύρα του.
Δεν υπάρχει κάτι το ρηξικέλευθο μουσικά εδώ, αλλά το σημαντικό είναι ότι τούτοι οι τύποι, που σε λίγες ημέρες μπαίνουν στο στούντιο για να ξεκινήσουν τις εργασίες για το πρώτο τους full length, μας προσφέρουν ένα διασκεδαστικό demo, το οποίο είμαι σίγουρος ότι θα βοηθήσει τους Doctor Smoke να κάνουν γνωστό το όνομα τους στον heavy χώρο, καθώς οι παρθενικές τους συνθέσεις, που βρίσκονται στο Demo 2013 είναι πολύ καλές για να περάσουν απαρατήρητες.
Από την πρωτεύουσα της Σλοβενίας, Λιουμπλιάνα, προέρχονται οι γεννημένες το καλοκαίρι του 2012 κι άκρως ταλαντούχες, Mist, οι οποίες απαρτίζονται από τις Nina Spruk στην φωνή, Ema Babošek σε ρυθμική κιθάρα και φωνητικά, Nina Grizonič στην lead κιθάρα, Neža Pečan στο μπάσο και Mihaela Žitko στα ντραμς, αλλά και στην επιμέλεια του οπτικού κομματιού τους.
Τούτες οι ανερχόμενες νεαρές κυκλοφόρησαν στα μέσα του περασμένου μήνα την πρώτη τους δουλειά υπό τον σαφέστατο τίτλο: Demo 2013, η οποία αποτελείται από 2 κομμάτια συνολικής διάρκειας 8 λεπτών, που με την πρώτη τους κιόλας νότα καθιστούν ξεκάθαρο το μουσικό μοτίβο των Mist, το οποίο στηρίζει τα ψυχεδελικά του ψήγματα σε παραδοσιακές doom metal φόρμες.
Οι κιθάρες παράγουν traditional doom αισθητικής riffs και solos ελαφρώς πασπαλισμένα με μια αχνή κι υφέρπουσα rock ψυχεδέλεια, την ίδια στιγμή, που ντραμς και μπάσο δημιουργούν ένα στιβαρό rythm section, το οποίο προσδίδει μια ανεπαίσθητη blues υφή στις αρκούντως groovy συνθέσεις του Demo 2013, που χάρη στα φωνητικά, αποκτά κι ένα σαγηνευτικό occult άρωμα.
Παρά την μικρή του διάρκεια, το Demo 2013 των ελπιδοφόρων Mist κατάφερε να μας δώσει σαφή εικόνα, τόσο για την μουσική κατεύθυνση τους, όσο και για το επίπεδο του ταλέντου τους, το οποίο μοιάζει να είναι αρκετό για να τις βοηθήσει να ξεχωρίσουν στην παραδοσιακή doom σκηνή. Για του λόγου το αληθές, τσεκάρετε την μουσική τους και θαρρώ, πως δεν θα χάσετε.
Μια εξαιρετική μπάντα για τον ευρύτερο heavy χώρο γεννήθηκε στις αρχές του 2011 στην Δανία, η οποία φέρει το όνομα Doublestone και αποτελείται από 3 ιδιαιτέρως ταλαντούχους μουσικούς και πιο συγκεκριμένα από τους: Bo Blond σε κιθάρα και φωνή, Kristian Blond σε μπάσο και φωνή και Mike James B. σε ντραμς. Τούτοι οι εκπληκτικοί τύποι, κυκλοφόρησαν φέτος μέσω της επίσης προερχόμενης από την γενέτειρα τους Κοπεγχάγη, Levitation Records, τη συνολικά τέταρτη δουλειά τους, μα πρώτη με full length μορφή, την οποία τιτλοφόρησαν: Wingmakers.
Η εν λόγω κυκλοφορία διαρκεί περίπου 42 λεπτά και περιέχει 10 κομμάτια σε heavy rock ύφος, τα οποία όμως συνδυάζουν τόσα πολλά ηχοχρώματα από την αγαπημένη μας μουσική, που ο όρος boogie rock θαρρώ, πως του ταιριάζει καλύτερα από όλους, καθώς τα stoner ψήγματα των Doublestone, όπως ακριβώς και οι doom πινελιές τους, κατακλύζονται από τις blues ανησυχίες τους, ενώ η αγάπη τους για το κλασσικό hard rock είναι ολοφάνερη σε κάθε τους νότα κι αυτό καθιστά το θαυμάσιο Wingmakers, το καλύτερο vintage αύρας ντεμπούτο των τελευταίων ετών.
Η παραγωγή του δίσκου είναι αψεγάδιαστη και καταφέρνει εκτός των άλλων να του προσδώσει ένα άκρως κολακευτικό για τις εκρηκτικές συνθέσεις του live αίσθημα, που συμβάλει σημαντικά στο feeling αυθορμητισμού, που ξεχειλίζει από τα γεμάτα ενέργεια κομμάτια του Wingmakers, το retro αισθητικής μα ολόφρεσκο ηχητικό περιεχόμενο του οποίου, διακρίνεται για τις γενναίες ποσότητες fuzz και για το αχαλίνωτο groove του, ενώ καλό θα ήταν να γνωρίζετε, πως μπορείτε να το αποκτήσετε ακόμη και δωρεάν μέσα από την σελίδα των Doublestone στο bandcamp.
Η blues προσέγγιση των Doublestone στην hard rock τεχνοτροπία τους, έχει ως αποτέλεσμα οι αρκούντως heavy συνθέσεις τους να ακούγονται λες και προέρχονται από αλλοτινές ηχητικές εποχές της ευρύτερης rock σκηνής, καθώς στο εντυπωσιακό Wingmakers, περιέχονται psych στιγμές, southern rock στοιχεία, αλλά και prog ψήγματα, που καθιστούν το άκουσμα του άκρως ενδιαφέρον, μιας και όλα αυτά μπλέκονται το ένα μέσα στο άλλο τόσο αβίαστα, που βοηθούν την εξαιρετική του ροή, ενώ συγχρόνως μας παρασύρουν σε ένα άκρως μεθυστικό boogie ταξίδι.
Δεν ξέρω αν διαβάζοντας τις λέξεις vintage ή/και retro στην παρουσίαση κάποιου heavy δίσκου σας τρομάζει, ύστερα από την λανθασμένα πολλές φορές κι υπερβολική χρήση τους στις μέρες μας, αλλά στη συγκεκριμένη περίπτωση το μόνο σίγουρο είναι ότι οι πάρα πολλά υποσχόμενοι Doublestone δημιούργησαν έναν δίσκο χάρμα ακροάσθαι, που οι όποιες αμφιβολίες για τυχόν τετριμμένα ηχητικά θέματα διαλύονται από τις πρώτες κιόλας νότες του εθιστικού Wingmakers, που εκτός όλων των άλλων μαρτυρούν κι αρκετές εξόχως απολαυστικές proto metal επιρροές.
Εάν λοιπόν ψάχνετε κάποιο ηχητικό δώρο για τους αγαπημένους σας ή ακόμη και για τον ίδιο σας τον εαυτό, δεν έχετε παρά να τσεκάρετε το συντομότερο δυνατόν τον παρθενικό full length δίσκο των άκρως ελπιδοφόρων Doublestone και να χαθείτε ακούγοντάς τον στον μαγικό heavy πλανήτη του, που είναι γεμάτος από απολαυστικά rock ηχοχρώματα κάθε λογής. Με λίγα λόγια, το εκπληκτικό Wingmakers αποτελεί ένα από τα καλύτερα άλμπουμ του 2013 και συγχρόνως κι έναν από τους καλύτερους δίσκους της vintage/retro αναβίωσης των τελευταίων ετών. Άψογο.
Οι γεννημένοι το 2010 στο Ohio των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και πολλά υποσχόμενοι Traitors Return To Earth, οι οποίοι ήταν από τις πρώτες μπάντες, με τις οποίες τούτη η μικρή διαδικτυακή γωνιά ασχολήθηκε, κυκλοφόρησαν πριν από λίγους μήνες την δεύτερη συνολικά, μα πρώτη με μορφή full length δουλειά τους, την οποία ονόμασαν: Betting On A Full Collapse.
Το εν λόγω άλμπουμ, που διακρίνεται εκτός των άλλων και για το εξαιρετικό artwork του, που με μεράκι φιλοτέχνησε ο ταλαντούχος, W. Ralph Walters, διαρκεί περίπου 55 λεπτά και αποτελείται από 7 κομμάτια, το βδελυρό ηχητικό περιεχόμενο των οποίων μας προσφέρει ένα ζοφερό heavy μείγμα, που ταιριάζει απίστευτα με τους εξόχως αιχμηρούς και σχεδόν επιθετικούς στίχους του.
Το τρέχον οικονομικό κατεστημένο τα ακούει κανονικά από τη τραχιά και καταχθόνια brutal φωνή του Chris Sherrod, ενώ η βαφτισμένη σε λασπωμένους κι αχαλίνωτους blues βάλτους κιθάρα, του αγριεμένου Kevin Masters παράγει μέσα από ένα παλιακό doom πρίσμα, sludge μελωδίες και riffs, που ισοπεδώνουν τα πάντα στο έχον κάμποσα stoner ψήγματα, ορμητικό τους διάβα.
Τα στυγερά τύμπανα του Justin Ringle σείουν το έδαφος με κάθε τους χτύπημα και συγκροτούν ένα απίστευτα στιβαρό rythm section με το πληθωρικό και πνιγμένο σε fuzz καπνούς μπάσο του Jordan Chasteen, το οποίο γεμίζει με groove τούτο το θηριώδες άκουσμα, καθιστώντας το έτσι έναν από τους πλέον δυνατούς δίσκους της τρέχουσας χρονιάς για την extreme heavy σκηνή.
Ο ψυχρός sludge καμβάς των ανερχόμενων Traitors Return To Earth διανθίζεται με μπόλικα doom στοιχεία και αρκετές stoner πινελιές, ενώ αποκτά μια σαγηνευτική ψυχεδελική αύρα χάρις στην blues τεχνοτροπία, που διέπει τις συνθέσεις του Betting On A Full Collapse, το οποίο εάν γουστάρετε τις ακραίες εκφάνσεις του heavy ήχου, το μόνο σίγουρο είναι ότι θα το λατρέψετε.
Το 2011 γεννήθηκαν οι Αμερικάνοι, που έχουν σαν βάση τους την πολιτεία της Μινεσότα, Maeth, οι οποίοι επιστρέφουν έναν χρόνο μετά την κυκλοφορία του ντεμπούτο Ep τους, που πέρσι έκλεψε τις εντυπώσεις με την αλλόκοτη προσέγγιση του στον heavy ήχο, με την δεύτερη δουλειά τους και πρώτη με την μορφή full length, η οποία φέρει τον τίτλο Oceans Into Ashes.
Το εν λόγω άλμπουμ, που αποτελείται από 11 κομμάτια συνολικής διάρκειας 64 λεπτών, μας παρουσιάζει ένα ηχητικό heavy υβρίδιο, το οποίο αποτελείται από την progressive τεχνοτροπία του doom καμβά των Maeth, τον οποίο διανθίζουν με αχνά sludge ηχοχρώματα, αλλά κι έντονες jazz πινελιές, προσδίδοντας έτσι μια ωχρή ψυχεδελική αύρα στον έχον post ψήγματα, ήχο τους.
Οι κιθάρες σκαρώνουν ορμητικά riffs γεμάτα τσαμπουκά και γαλήνιες μελωδίες με ελαφρώς παρανοϊκή υπόσταση, σιγοντάροντας έτσι τα προερχόμενα από τα βάθη της μίξης ουρλιαχτά, τα οποία ενισχύουν την υφέρπουσα αίσθηση τρέλας του Oceans Into Ashes, που ξεχωρίζει εκ των άλλων και για την εκπληκτική του παραγωγή, η οποία οφείλεται στον ταλαντούχο Adam Tucker.
Ξεχειλίζει fuzz το μπάσο των Maeth, που προσφέρει βάθος και όγκο στις νέες τους συνθέσεις, χαρίζοντας τους παράλληλα και μια σχεδόν ανεπαίσθητη metal υφή, ενώ τα ντραμς στολίζουν με groove την επιβλητική τους υπόσταση, η οποία είναι πασπαλισμένη με υπόγειους noise ήχους και με αιθέρια vintage αρώματα, με τα οποία το εξόχως σκανταλιάρικο φλάουτο τις διανθίζει.
Εκπληκτική είναι η ροή του Oceans Into Ashes, καθώς τα τραγούδια χύνονται το ένα μέσα στο άλλο, ενώ η αψεγάδιαστη απόδοση της μπάντας αξίζει ειδικής μνείας, μιας και οι ανερχόμενοι Maeth, πετυχαίνουν να δημιουργήσουν ένα δύσκολο άλμπουμ, το οποίο όμως είναι εξαιρετικά ευχάριστο στο άκουσμα, καθώς το πλούσιο ηχητικό του περιεχόμενο, σαγηνεύει τις αισθήσεις.
Εάν λοιπόν ψάχνετε κάτι αρκούντως heavy, αλλά συγχρόνως άκρως περιπετειώδες, δεν έχετε παρά να επισκεφθείτε την σελίδα των Maeth στο bandcamp και να ακούσετε ή ακόμη και να κατεβάσετε αντί οποιουδήποτε αντιτίμου εσείς επιθυμείτε, το νέο τους συναρπαστικό πόνημα με τίτλο: Oceans Into Ashes, το οποίο είμαι σχεδόν βέβαιος, ότι θα σας ικανοποιήσει απόλυτα.
Οι γεννημένοι το 2008 και προερχόμενοι από το Τάμπερε της Φινλανδίας, The Fërtility Cült, μοιάζουν να είναι καταδικασμένοι να μείνουν για πολύ ακόμη το πιο καλά κρυμμένο διαμάντι της ευρύτερης heavy σκηνής, καθώς με μια γρήγορη ματιά σε ντόπιο και μη, έντυπο και διαδικτυακό τύπο, τα αποτελέσματα σχετικά με την δεύτερη full length κυκλοφορία τους, Heavenly Bodies, υπήρξαν λίγα σε σχέση με αυτά, που περίμενα κρίνοντας από την απελπιστική της ομορφιά.
Το σημαντικό όμως είναι, πως η μουσική παρέα των Kailasha σε μπάσο και φωνή, Ryhänen σε σαξόφωνο και φωνητικά, Mäkinen σε ντραμς, Kimmel σε κιθάρα και Solismaa σε όργανο και πλήκτρα, κυκλοφόρησε την περασμένη Άνοιξη έναν από τους πιο ενδιαφέροντες, περιπετειώδεις και συναρπαστικούς heavy δίσκους της χρονιάς, τα συνολικής διάρκειας 52 λεπτών περίπου, 5 κομμάτια, που τον αποτελούν, γεννούν σε κάθε τους άκουσμα τα πιο πλούσια συναισθήματα.
Η κιθάρα σε δευτερεύον ρόλο υποστηρίζει υπέροχα το έχον τα ηχητικά ηνία του δίσκου μπάσο, το οποίο πάντα ευρισκόμενο υπό ένα αρκούντως heavy πρίσμα, οδηγεί τις συνθέσεις άλλοτε σε αχνά κι εύθραυστα jazz ηχοτοπία κι άλλοτε σε ψυχεδελικά rock ξέφωτα, όπου το σκανταλιάρικο σαξόφωνο απογειώνει τις συνθέσεις με την έμφυτη ηχητική ευγένεια του, ενώ τα ντραμς άλλοτε στολίζουν με groove πινελιές τις συνθέσεις του άλμπουμ και άλλοτε γαληνεύουν το τέμπο του.
Τα πλήκτρα προσδίδουν μια ανεπαίσθητη space αύρα αλλοτινών ηχητικών εποχών σε τούτο το εξαίρετο άκουσμα, την ίδια στιγμή, που το όργανο διανθίζει με σαγηνευτικά vintage αρώματα το τελικό ηχητικό αποτέλεσμα, ενώ τα γήινα φωνητικά ερμηνεύουν με περίσσιο πάθος κι ειλικρίνεια τους γεμάτους φαντασία στίχους του, καθώς του προσφέρουν μια υφέρπουσα αίσθηση ατέλειας, που θαρρώ, πως σε αυτήν οφείλεται η εξόχως ερωτεύσιμη και μυστηριώδης ηχητική του υφή.
Πυκνή doom αστρόσκονη καλύπτει το βγαλμένο μέσα από ένα heavy ηχητικό καλειδοσκόπιο και πολύχρωμο ψυχεδελικό rock πέπλο των εξαιρετικά ταλαντούχων The Fërtility Cült, τα έντονα jazz ηχοχρώματα των οποίων, πλαισιώνουν υπέροχα το ατίθασο heavy ταμπεραμέντο τους, το οποίο δεν στερείται space rock ψηγμάτων, ενώ τα όχι και λίγα stoner ρινίσματα τους, ενισχύουν τον ευθύ χαρακτήρα του Heavenly Bodies τονίζοντας συγχρόνως τη πειραματική του διάθεση.
Δεν ξέρω σε ποιο ακριβώς παρακλάδι της heavy μουσικής ανήκουν τούτοι οι τύποι ή ακόμη κι αν ανήκουν αποκλειστικά σε κάποιο από αυτά, που πολύ το αμφιβάλω, αλλά το σίγουρο είναι, πως οι υπερβολικά ταλαντούχοι The Fërtility Cült, κυκλοφόρησαν έναν δίσκο μάλαμα κι αυτό θα το ανακαλύψετε κι εσείς εάν απλά επισκεφθείτε τη σελίδα τους στο bandcamp και αποκτήσετε αντί οποιουδήποτε αντιτίμου επιθυμείτε το παραμυθένια σαγηνευτικό κι ονειρικό Heavenly Bodies.