Τα άτομα που απαρτίζουν το δημιουργημένο κάπου στην Αμερική, το χειμώνα του 2007, ντουέτο που ονομάζεται The Flight Of Sleipnir, είναι τα εξής δύο: Clayton Cushman σε κιθάρες, φωνητικά, μπάσο, πλήκτρα και ο David Csicsely σε ντραμς, φωνητικά, κιθάρες ενώ, ο πρώτος αναλαμβάνει τα της ηχογράφησης και ο δεύτερος προαναφερθέντας αναλαμβάνει το όλο artwork κάθε δουλειάς τους. Φυσικά, στα λιγοστά live που δίνουν τους βοηθούν session live μουσικοί. Αν και είναι μια νέα σχετικά μπάντα, έχουν ήδη πλούσια δισκογραφία -συγκριτικά με τα χρόνια ύπαρξής τους, ενώ έχουν καταφέρει να δημιουργήσουν έναν ξεχωριστό και μοναδικό ήχο. Περιττό να αναφερθεί πως παρόλα τα παραπάνω, έχουν ήδη δημιουργήσει πιστούς οπαδούς και πολύ μεγάλο θόρυβο στα underground στέκια κυρίως, αλλά όχι μόνο -κι αυτό επειδή η ποσότητα καμιά φορά δεν αναιρεί την ποιότητα.
Το νέο τους πόνημα με τίτλο Essence Of Nine κυκλοφόρησε ημέρα Παρασκευή και 13 -του περασμένου Μάη. Ενδιαφέρουσα ημερομηνία αν μη τι άλλο. Ο δίσκος αποτελείται από 8 κομμάτια και έχει διάρκεια περίπου 38 λεπτά. Η παραγωγή είναι η συνήθης για την μπάντα, δηλαδή: αρκετά καθαρή -όχι όμως κρυστάλλινη, πολύ δυνατή και ένα vintage feeling να την διαπερνά -ότι πρέπει, με λίγα λόγια. Στιχουργικά δεν έχουν αλλάξει προσανατολισμό, καθώς η μυθολογία της Σκανδιναβίας -όπως άλλωστε προδίδει και το όνομά τους, έχει μπόλικο πράμα που μπορεί -και πρέπει, να μελοποιηθεί. Πολλοί ασχολούνται με παρόμοια θέματα στις μέρες μας, αλλά δεν νομίζω ότι οι T.F.O.S. αντιγράφουν κάποιους από αυτούς, καθώς δεν έπεσαν στην παγίδα του εύκολου ή/και τετριμμένου ορισμένες φορές epic στίχου, αλλά αντίθετα προσεγγίζουν τις ιστορίες τους με ποιητική διάθεση και αρκετό -και σχεδόν πάντα καλοδεχούμενο για εμένα, ρομαντισμό. Οι ομορφιές όμως δεν σταματούν εδώ, καθώς..
..Το εξώφυλλο του άλμπουμ, αλλά και το γενικότερο artwork, είναι και πάλι εξαιρετικά και καθόλα ταιριαστά με το στιχουργικό κομμάτι, όπως επίσης και με τη μουσική του δίσκου. Αυξημένο σε σχέση με προηγούμενους δίσκους είναι εδώ το folk στοιχείο, ενώ, τα πιο doom και heavy περάσματα συνεχίζουν να υπάρχουν σε ικανοποιητική ποσότητα -έστω και μειωμένη σε σχέση με τις πρότερες δουλειές τους. Τα φωνητικά είναι και πάλι μοιρασμένα σε ψυχεδελικά/υπνωτικά καθαρά και σε στοιχειωμένα -black τεχνοτροπίας, ουρλιαχτά. Όλα τα όργανα είναι εξαιρετικά παιγμένα ενώ, οι ιδέες, οι συνθέσεις και οι δομές των κομματιών είναι σε πολύ υψηλά επίπεδα. Και πως να μην είναι, αφού τα παλικάρια έχουν τρέλα με αυτό που κάνουν και το μεράκι τους περισσεύει. Κι αυτό είναι κάτι που το καταλαβαίνεις αμέσως, απ΄τη πρώτη σου επαφή με τη μπάντα -είτε οπτική είναι αυτή, είτε ακουστική.
Ο δίσκος συνεχίζει από εκεί που σταμάτησε ο προκάτοχος του και σπρώχνει με πολύ δύναμη τον -ήδη αρκετά ψηλά τοποθετημένο, πήχη, ακόμη πιο ψηλά. Η μουσική τους έχει αλλάξει, όχι όμως ριζικά, καθώς παραμένει σταθερή στο ηχητικό μονοπάτι που οι ίδιοι πρόλαβαν, στη μικρή ως τώρα πορεία τους στο χώρο, και χάραξαν. Είναι περισσότερο μελωδική και λιγότερη δυνατή, αλλά το αποτέλεσμα της μοιρασιάς αυτής είναι χάρμα για τα αυτάκια μας. Κάτι μου λέει πως εάν ο επόμενος δίσκος τους ξεκινήσει από εκεί που το E.O.N. σταμάτησε, τότε θα πρέπει να περιμένουμε με σιγουριά, κάτι εξίσου πολύ καλό -αν όχι καλύτερο. Ας μην προτρέχουμε όμως, διότι έτσι κι αλλιώς, νομίζω πως όποιος αποφασίσει να ασχοληθεί σοβαρά με αυτό το δίσκο ή και το συγκεκριμένο συγκρότημα γενικότερα, θα κάνει μια τεραστίων διαστάσεων χάρη στον εαυτό του. Υπερβολικό, αλλά απολύτως αληθινό. Δοκιμάστε λοιπόν και να είστε σίγουροι πως δεν θα χάσετε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου